Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2007

Οι Εκλογές και το Ελληνικό Πρόβλημα



Οι απορίες και οι απόψεις που σημειώνονται δεν μπορεί παρά να κινούνται σε μια σχετική σφαίρα εννοιολογικά αφαιρετική, περιπτωσιολογικά επιλεκτική και περιγραφικά περιοριστική. Οι επισημάνσεις λοιπόν θα είναι «εισαγωγικές» με την έννοια ότι δεν είναι τελεσίδικες αλλά είναι «καταρχήν» εκτιμήσεις που κατατίθενται με την επίγνωση της οριακότητας και της μερικότητάς τους.

Η Μαζική Ολιγαρχική Δειμοκρατία

Ιστορικά το ελληνικό κράτος ως μηχανισμός και ως λειτουργία κατασκευάστηκε εκτρωματικά με τη διασύνδεση των ανεπτυγμένων αστικών πολιτικών θεσμών της Εσπερίας, όπως ο κοινοβουλευτισμός, τα πολιτικά κόμματα και η καθολική ψηφοφορία, και μιας τοπικής κοινωνίας χαρακτηριζόμενης από «προαστικές» πατερναλιστικές σχέσεις, νοοτροπίες, ήθη και συμπεριφορές (Π.Κονδύλης, Η παρακμή του αστικού πολιτισμού - Θεμέλιο 1991).
Η όποια κοινωνική κινητικότητα εκπληρωνόταν κυρίως μέσω των κρατικών διαδικασιών. Κατασκευάστηκε για τα λαϊκά στρώματα ο δρόμος εγκατάλειψης της υπαίθρου και συγκέντρωσης τους στις πόλεις και ειδικά στην πρωτεύουσα ενώ στοιχειοθετήθηκαν οι προσδοκίες και οι συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής αναρρίχησης. Η υπερανάπτυξη-υπερδιόγκωση των κρατικών μηχανισμών ως συνέπεια του πελατειακού κομματικού συστήματος, η διαμόρφωση και ενίσχυση του διευθυντικού ρόλου του κράτους καθώς και η μετατροπή της Αθήνας σε μια «Μητρόπολη του Νότου» βάδιζαν σε αλληλενέργεια και πλάι-πλάι.
Στην εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας ουδέποτε παρατηρήθηκαν καθοριστικές, άμεσες και αναδραστικές αλληλεξαρτήσεις μεταξύ των τάξεων και των κομμάτων. Τα ελληνικά κόμματα ήταν κρατικιστικά και ταυτόχρονα λαϊκιστικά πάντοτε και με τρόπο ιδιότυπο. Ήταν η ίδια η φύση της κοινωνικής ταξικής διαστρωμάτωσης, ο τρόπος συγκρότησης τους καθώς και η ανάγκη αυτοαναπαραγωγής τους που τα εξανάγκαζε σε μια πρακτική μόνιμης εξυπηρέτησης προσώπων, ομάδων και κοινωνικών μερίδων δια του κράτους και αυτό δεν επέτρεπε την άσκηση «μονοσθενούς» και συνεπούς ταξικής εκπροσώπησης και πολιτικής. Στα πλαίσια της ανεπτυγμένης αυτοδυναμίας του πολιτικού και κομματικού παιγνιδιού και με «τελεστές» τα πολύπλοκα πελατειακά δίκτυα Πολιτικών και Εκλογέων, οι ψηφοφόροι ανταλλάσσουν τη παροχή μιας ψηφοβόρας κομματικής στήριξης έναντι μιας προσδοκώμενης κομματικής πατρωνίας-προστασίας. Οι ομάδες της Πολιτικής Ολιγαρχίας για χρόνια εκποιούν το κράτος. Οι ρουσφετολογικοί διορισμοί, οι ρουσφετολογικές εισοδηματικές, οικονομικές, οικιστικές κ.α. εξυπηρετήσεις είναι το τίμημα που δίνουν ώστε να μπορούν να ελέγχουν και να νέμονται το κράτος και τη γενική κοινωνικοπολιτική διαχείριση ενώ οι όποιες κομματικές ιδεολογικοπολιτικές τους αντιθέσεις είναι σε τελική ανάλυση δευτερεύουσας τάξης ή ακόμα και προσχηματικές.
Είναι γεγονός πως τούτη η νεοελληνική κρατικοπολιτική νεοπλασία δεν παράχθηκε από την λεγόμενη «ντόπια αστική τάξη». Η χαρακτηριστική «μεταπρατική επιχειρηματικότητα», η ολόπλευρη εξάρτηση της χώρας, η δυσμορφία, ο υδροκεφαλισμός ή ασύδοτη σπατάλη και η διαφθορά του κράτους ήταν καθοριστικά εμπόδια που δεν άφησαν χώρο ανάπτυξης «αστικής τάξης» με χαρακτηριστικά γνωρίσματα αντίστοιχα της δυτικής. Για τούτο και εμφάνιζε σταθερά μια δομική αδυναμία να οργανωθεί ομοιογενώς και να κατακτήσει την Ηγεμονία με την σημασία της πνευματικής, ηθικής και κοινωνικοπολιτικής διακυβέρνησης και μεταρρύθμισης καθώς και της δημιουργίας ενός αυτόφωτου εθνικού πολιτισμού.
Ως αποτέλεσμα της σταθερής «αστικής» καχεξίας υφίσταται διαρκώς μια έρπουσα ή ανοικτή ένταση μεταξύ του «εθνικού» και του «κρατικού» στοιχείου μέσα στο ελληνικό εθνοκράτος. Το εθνικό αξιολόγιο ( οργανικός άξονας της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας) μεταφράστηκε στην «καθ’ ημάς ανατολή» κάτω από ένα πατριαρχικό-προκαπιταλιστικό πρίσμα που μ’ αυτό υποβοηθήθηκε η υπαγωγή και η καθυπόταξη του όποιου εμβρυακού αστικού εθνικισμού μέσα στη χοάνη ενός «ελληνοχριστιανικού πολιτισμού». Μέσα της η Εκκλησία ιδιοποιείται το έθνος και το «έθνος» την εκκλησία. Στα πλαίσια αυτά το ελληνικό έθνος κατανοείται βάσει μιας υπεριστορικής αφήγησης όπου αυτή υπερπροσδιορίζεται από αντικειμενικούς παράγοντες, όπως οι εξάρσεις του εθνικού αγώνα αλλά και πρωτίστως από γιγάντιους «μυθολογικούς» ελκυστές (αρχαία Ελλάδα, Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία / Βυζάντιο, «μεγάλη ιδέα» κ.α.) Από την άλλη οι τρεις συνιστώσες του ελληνικού αριστερού κινήματος (σοσιαλιστική-κομμουνιστική-αναρχική) στόχευαν στη κοινωνική εξουσία με την υιοθέτηση ιδεοληψιών που εμφιλοχώρησαν στην διεθνιστική κοσμοθεώρηση. Αυτό στάθηκε απαγορευτικό στο να κατορθώσουν να κατακτήσουν μια ευρύτερη επιρροή. Κατ’ εξαίρεση αυτό έγινε εφικτό όταν επεξεργάστηκαν, οργανώθηκαν και πρόβαλαν τη γενική πολιτική γραμμή του εθνικοαπελευθερωτικού και εθνικολαϊκού προτάγματος (όπως άμεσα ΚΚΕ-ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στη Κατοχή και έμμεσα ΠΑΣΟΚ το ΄74)
Μετά την κατοχή- εμφύλιο η χώρα εισέρχεται ραγδαία στη μετάβαση από ένα ιστορικό κοινωνικό σύστημα με φεουδαλική / πατριαρχική δεσπόζουσα προς το νέο νόθο «αστικό» σύστημα της Μαζικής Ολιγαρχικής Δειμοκρατίας. Εδώ προβάλει το ειδικό καθεστώς του κράτους του «μεγάλου φόβου», του ούλτρα-αυταρχισμού των νικητών του εμφυλίου, αλλά και της αυξανόμενης κοινωνικοπολιτικής κινητικότητας με τη συνδρομή των ατραπών της μετανάστευσης-αστυφιλίας, της σταδιακά μαζικής εκπαίδευσης και της διευρυμένης αναπαραγωγής των πελατειακών ηθών και σχέσεων.
Ανάλογα η μεταπολιτευτική επέκταση των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και του κομματικού πλουραλισμού δεν αντιμετώπισε τις εμπλοκές ούτε έλυσε κανένα από τα δομικά προβλήματα του συστήματος. Απεναντίας αξιοποιήθηκε με διάφορες μορφές από πρόσωπα και ομάδες για να τζογάρουν στη νέα πελατειακή συναλλαγή κομμάτων και «μη προνομιούχων» εκλογέων που μεταξύ των άλλων επέφερε τη μεγάλη άνοδο ενός πολυάριθμου στρώματος Νεόπλουτων. Αυτή υποβοηθήθηκε από την νέα μεγάλη ένταξη της Ελλάδας στο διεθνή ιμπεριαλιστικό καταμερισμό εργασίας (ΕΟΚ) και την ολοκληρωτική πια αποσύνθεση των τελευταίων στοιχείων της πατριαρχικής κοινωνικής διάρθρωσης. Στη περίοδο αυτή εμπεδώνονται οι συνθήκες του μιμητικού και «εδώ και τώρα» παρασιτικού καταναλωτισμού, της επιδεικτικής καλοπέρασης και το γενικευμένο μικροαστικό πλαίσιο «αρετών» της ημιμάθειας, του γρήγορου πλουτισμού, της «αρπακτής» και της «μίζας», ενώ το kitsch, η υπερταξική κακογουστιά γίνεται ο βασικός μοχλός για την «εθνική πολιτισμική ομοιογένεια». Οι προϋποθέσεις οργάνωσης των πολιτικών- κομματικών δεσμών εκπροσώπησης και της λαϊκής νομιμοποίησης τώρα μεταλλάσσονται καθώς πολλαπλασιάζονται οι αλληλεξαρτήσεις μεταξύ του κομματικού συστήματος και των προσδοκιών μαζικού διορισμού των «ημετέρων» αλλά και ταυτόχρονα της εκτροφής του γενικευμένου «λαϊκού» αιτήματος μιας υπερανεπτυγμένης υπερκατανάλωσης (πέρα και άσχετα από την υπαρκτή, υπανάπτυκτη, παραγωγική και τεχνική βάση της χώρας). Έτσι η πελατειακή δομή καθολικεύτηκε και αποτέλεσε μαζί με τα καθολικευμένα ηδονιστικά ιδεολογήματα και τη δημαγωγική ρητορική, την ευγενική συνδρομή μιας στρατιάς διανοουμένων της αριστεράς που τώρα καταλάμβανε εξ’ εφόδου τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του μεταπολιτευτικού κράτους (περιφέροντας το πτώμα του ηττημένου «ελληλοχριστιανικού ελληνοκεντρισμού»), καθώς και την «επικοινωνιακή» συστράτευση των καινοφανών ΜΜΕ (τα οποία μάλλον ήταν αυτά που κεφαλαιοποίησαν προς όφελός τους τα αποτελέσματα αυτής της φάσης), την ολοκληρωμένη μήτρα της κοινωνικής αναπαραγωγής. Το φαινόμενο αυτό έλαβε ταχύρυθμη ανάπτυξη με την Σημιτική Πολιτική Διακυβέρνηση καθώς το κύριο ρεύμα της ιδεολογικοπολιτικής εξέλιξης κατευθύνθηκε προς μια άμβλυνση και προς μια *μεταμοντέρνα* σχετικοποίηση όλων των ιδεολογικών περιγραμμάτων. Πάνω σε αυτή την ενδογενή πολιτική βάση, μετά τη κατάρρευση του κρατικού σοσιαλισμού, θεμελιώθηκε η βαθμιαία επικράτηση της σοφτ-Ιδεολογίας του Ευρωατλαντικού Νεοταξικού Οικουμενισμού
Η κυβερνητική επέλαση της ΝΔ είχε ως εκκίνηση την Ιδεολογική συνθηματολογία της επαναφοράς στη ελληνική κοινωνία των ηθικό-αξιακών κανόνων και ως πολιτική ταχτική την διακήρυξη της «επανίδρυσης του κράτους». Στη πρόσφατη φάση της νεοδημοκρατικής πολιτικής διακυβέρνησης η «πράσινη» υποκαταστάθηκε από τη «μπλε διαπλοκή». Από τη Καραμανλική επίθεση στους «νταβατζήδες -στου Μπαϊρακτάρη» (2004) περάσαμε στους συμβιβασμούς αλλά και στις απόπειρες για την εκ νέου μοιρασιά της πολιτικής «τράπουλας» και τον επανακαθορισμό των πολύπλοκων σχέσεων μεταξύ οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας. Ανάμεσα στο μήνυμα πως «θα μπουν κανόνες» για όλους και στην λυσσασμένη άμυνα της προηγούμενης ηγεμονικής (επί ΠΑΣΟΚ) επιχειρηματικής πτέρυγας, παρείσφρησε η ασφυκτική πίεση για «ανταμοιβή» των επιχειρηματικών συμφερόντων που υποβοήθησαν την νεοδημοκρατική αναρρίχηση στη Διακυβέρνηση. Επιδίωξη τους η μετάβαση από τη «παλιά τάξη» που γιγαντώθηκε στη διάρκεια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στα «νέα τζάκια» της «γαλάζιας εξουσίας» ( με απορρόφηση-ενίσχυση και κάποιων «παλαιών» που είχαν παραμεριστεί). Ο μεταμορφισμός του «Εκσυγχρονιστικού» ιδεολογήματος πέρασε από το πρόσωπο της Σημιτικής διαχείρισης στο πρόσωπο της Καραμανλικής διαχείρισης. Όμως αυτός ο οπισθοδρομικός «εκσυγχρονισμός» μοιάζει τώρα να κυριαρχεί ως ζόμπι αξιολογικά-κανονιστικά πάνω στο σύνολο σχεδόν των πολιτικών δυνάμεων και των ΜΜΕ προσλαμβάνοντας τα ψευδεπίγραφα των «Μεταρρυθμίσεων». Κυριαρχεί η λογική του νέο-φιλελευθερισμού και των γενικευμένων ιδιωτικοποιήσεων, ενώ η μετάβαση και θητεία της Ντόρας Μπακογιάννη στο ΥΠΕΞ ενίσχυσε την «αμερικανοατλαντική» πτέρυγα της κυβέρνησης. Η πολιτική σκηνή δεν άργησε να χρωματιστεί από τη περιρρέουσα ατμόσφαιρα της γενικευμένης Διαφθοράς τώρα υπό ΝΔ διακυβέρνηση. Το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων αποδόμησε την «ηθική ηγεμονία» της Καραμανλικής πολιτικής. Είναι σαφές πως Ελεύθερη Αγορά σημαίνει την με κάθε μέσο – νόμιμο ή παράνομο- μεγιστοποίηση της κερδοφορίας και κατά συνέπεια αυτό που συνέβη ήταν η «απελευθέρωση του ανταγωνισμού» και στα πεδία της διαφθοράς και της διαπλοκής. Στην Ελλάδα οι ομάδες της ολιγαρχίας είναι παρασιτικές, δεν στηρίζουν στην κυριαρχία τους σε κάποιον αυτόκεντρο οικονομικό και παραγωγικό δυναμισμό, οπότε κατά συνέπεια οι ατραποί της διαφθοράς και της διαπλοκής είναι και πρόσφοροι και αναγκαίοι για την αναπαραγωγή τους. Η παραπάνω κατάσταση τροφοδοτήθηκε ειδικά από τον εσωτερικό ανταγωνισμό μεταξύ των διάφορων «διαπλεκόμενων» ομάδων της ολιγαρχίας και ενδεχόμενα αξιοποιήθηκε «σκανδαλολογικά» και υπονομευτικά έξωθεν, από ατλαντικές δυνάμεις για τον πλήρη έλεγχο των εσωτερικών πολιτικών, κομματικών και εκλογικών εξελίξεων.
Πρέπει έτσι να επισημανθεί πως ολόκληρη η λειτουργία του ελληνικού πολιτικού, κρατικού και κομματικού συστήματος έγινε το βασικό εμπόδιο για την εθνική, οικονομική και κοινωνική ισόρροπη υπόσταση της χώρας και το χειρότερο έγινε ο δίαυλος της ίδιας της απαλλοτρίωσης, της εκποίησης της και της οικο-καταστροφής της, με αντάλλαγμα τη δική του αυτοκεντρική αυτοσυντήρηση και διαιώνιση.

Στον ιστό της κρίσης

Η ελληνική κοινωνία είναι παγιδευμένη μέσα στον ιστό μιας ολικής δομικής κρίσης. Αυτή είναι :

α) Οικολογική, που έφθασε πια στον ανώτατο παροξυσμό της από την τρομακτική οικο-καταστροφή της χώρας μέσα στο φετινό καλοκαίρι.

β) Οικονομική, ως προϊόν των αντιφάσεων μιας ημιπεριφερειακής-μεταπρατικής-παρασιτικής οικονομίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

γ) Πολιτική, ως κρίση συμμαχιών, πολιτικής (κρατικής και κομματικής) αντιπροσώπευσης, και ως καθολική κρίση εμπιστοσύνης προς τους πολιτικούς θεσμούς και μέσα στο ίδιο το εσωτερικό τους. Η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» υφίσταται μόνο ως προσχηματική επικυρωτική διαδικασία της παντοκρατορίας του Εκτελεστικού. Ο παρακμιακός πια ρόλος των πολιτικών κομμάτων ως αδύναμων οργανωτών της συγκατάθεσης, ανήμπορων φορέων ουδεμίας στρατηγικής και αδυναμίας πρόκλησης αποτελεσμάτων πολιτικής σκηνής, επέτρεψε τη μετατόπιση προς το κεντροποιημένο ρόλο των ΜΜΕ κυρίως των ηλεκτρονικών με τη συνδρομή των Εταιριών Δημοσκόπησης. Έτσι με τον έλεγχο των πηγών ενημέρωσης, την κυριαρχία της εικονικής πραγματικότητας, την συγκρότηση της επίκαιρης πολιτικής θεματολογίας και την επιβολή της «δημοσκοπικής ψηφοφορίας» ως προς τη νομιμοποίηση και τη παραγωγή γεγονότων, αναδεικνύεται ένα ιδιότυπο καθεστώς τηλεοπτικής-δημοσκοπικής δειμοκρατίας, Μια Μαζική Ολιγαρχική Δειμοκρατία και με τη σημασία «του κράτους του φόβου» καθώς έχουμε ταυτόχρονα διαρκή περιστολή ελευθεριών, ενίσχυση άμεσης και έμμεσης κρατικής βίας, ηλεκτρονική επιτήρηση και φακέλωμα, κυριαρχία της αρχής της μυστικότητας και των παράλληλων στεγανοποιημένων παρα-δημόσιων / παρα-κρατικών δικτύων.

δ) Ιδεολογική, που αφορά τις μορφές της ιδεολογικής αυτοκατανόησης των Ελίτ αλλά επίσης και κρίση γενικευμένη. Ο καθολικός μεταπρατισμός και μαζί ο αυτοικανοποιητικός αυτισμός κυριαρχούν στη περιοχή του νοήματος και των κοσμοεικόνων στους χώρους της διανόησης και των υποκειμενικοτήτων τόσο των εκδοχών της «δεξιάς» όσο και των εκδοχών της «αριστεράς» επηρεάζοντας τον τρόπο της θέασης, της ερμηνείας, του προσωπικού και του συλλογικού «πράττειν». Στα πλαίσια αυτά εντάσσονται και τα πρόσφατα γεγονότα μέσα στους λεγόμενους «ιδεολογικούς μηχανισμούς» όπως:
-Ο εξαμερικανισμός στον χώρο των ΜΜΕ και του τύπου, ηλεκτρονικού και έντυπου. Τα ήδη μικρά περιθώρια άσκησης μιας αυτόνομης κριτικής μοιάζουν πια να συρρικνώνονται. Τηλεοπτικοί σταθμοί και εφημερίδες, ελέγχονται όλο και πιο ασφυκτικά από συμφέροντα, που πριμοδοτούν την υποστήριξή και ενίσχυση της παγκοσμιοποίησης των ασύδοτων ιδιωτικοποιήσεων, της πλήρους υποταγής στις ΗΠΑ και τον Τουρκικό νέο-οθωμανισμό, της προσέγγισης με το Ισραήλ κ.α.
-Οι «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» της κυβέρνησης επέβαλαν στη χώρα μια αδιέξοδη αντιπαράθεση: Απ’ τη μια να καιροφυλακτεί η λογική της αγοράς, των πανεπιστημίων-επιχειρήσεων, της παραγωγής εξειδικευμένων αναλφάβητων, δίχως ιστορική μνήμη, παιδεία, κριτική σκέψη και από την άλλη βέβαια να αντιπαρατάσσονται τα τρομακτικά αδιέξοδα ενός πανεπιστημίου σε διάλυση, όπου κυριαρχούν οι μάνατζερ-καθηγητές (που συχνά ετεροαπασχολούνται ιδιοποιούμενοι τον δημόσιο πλούτο), ο κρατικός, κομματικός και συνδικαλιστικός αμοραλισμός,
-Η διαμάχη για το βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού μεταβλήθηκε σε κεντρικό πολιτικό ζήτημα. Αυτό δεν αφορούσε μια επιστημονική σύγκρουση για την ιστορία μα μια ιδεολογικοπολιτική προσταγή για αλλαγές στην «ύλη» από φορείς, όπως το Κέντρο για την Συμφιλίωση και την Δημοκρατία στην Νότιο-Ανατολική Ευρώπη (CDRSEE-Πρόγραμμα Κοινής Ιστορίας όπως ονομάζεται και αφορά 11 χώρες όπως Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρο, Ελλάδα, ΠΓΔΜ, Σερβία-Μαυροβούνιο-Κοσσυφοπέδιο, Σλοβενία και Τουρκία) και όπου ενέχονται πλήθος αλλοδαπών-ατλαντικών και εγχωρίων (περίπου οι ίδιοι του μπλοκ του «ναι στο σχέδιο Ανάν») αναθεωρητικών παραγόντων.

ε) Εθνική, κρίση τόσο στο επίπεδο των σχέσεων κράτους και εθνικής εξωτερικής πολιτικής όσο και στο επίπεδο των «εσωτερικών» σχέσεων ελληνικού κράτους και ελληνικού έθνους.

Το έθνος «κοιμάται»

-Υπάρχει έλλειψη εθνικού αστικού στρατηγικού σχεδίου και ταυτόχρονα απουσιάζει ένα εναλλακτικό εθνικό-κοινωνικό αριστερό σχέδιο. Αντιπαρατάσσονται δυο κυρίαρχοι «πόλοι» του «εσωτερικού διχασμού» κάτω από την επενέργεια ιδεοληψιών πάνω στα προβλήματα της εθνικής και κοινωνικής πολιτικής όπου η υποκειμενική ιστορική και πνευματική αδυναμία κρύβεται πίσω από τις αυτάρεσκες παραμυθολογικές αφηγήσεις. Στη σημερινή συγκυρία, δύο αντιτιθέμενα ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα εμποδίζουν την παραγωγική ιστορική ανάγνωση του Πριν και την σύλληψη και υλοποίηση μιας ορθολογικής εθνικής και κοινωνικής πολιτικής για το Μετά. Από το ένα μέρος είναι τα νεφελώδη και σε αμυντική διάταξη στοιχεία ενός εγχώριου εθνικισμού με ορθόδοξο μεταφυσικό υπερκαθορισμό και από την άλλη βρίσκονται τα μιμητικά επιθετικά παραληρήματα ενός οικουμενισμού-ειρηνισμού με ευρω-ατλαντική και νεοταξική δεσπόζουσα.
Σε αντίθεση με τις διάφορες υποστάσεις του αρχαιολατρικού ελληνοκεντρισμού (που ουδέποτε κατέκτησε σημαντική επιρροή και δεν αποδεχόταν το «Βυζάντιο» στο ιστορικό εθνικό σώμα) ο ορθόδοξος ελληνοκεντρισμός ηγεμόνευσε ιδεολογικά με φορέα την εκκλησία, τις ορθόδοξες νοηματοδοτικές αξίες και κεντρική πεποίθηση την «ιστορική συνέχεια του έθνους» όπου αυτό εδράζεται στην κεντρική σημασιοδότηση της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (Ρωμανίας /Βυζαντίου).
Ο οικουμενισμός-ειρηνισμός ξεκινά από τον αφελή ανεθνικό διεθνισμό της αυτοαποκαλούμενης «αντικαπιταλιστικής αριστεράς» (που χαρακτηρίζεται από τα αρνητικά του πρόσημα τόσο ως προς το ουσιαστικό του σκέλος όσο και ως προς τον επιθετικό του προσδιορισμό). Ολοκλήρωμα του αποτελεί ο νεοταξικός οικουμενισμός και πολιτικοιδεολογικά του στηρίγματα οι πάσης φύσεως «προσεταιρισμένοι» στα ελεγχόμενα κόμματα, στις υποτελείς κυβερνήσεις, στους ενσωματωμένους διανοούμενους. Νεοφιλελεύθεροι-εκσυγχρονιστές-αριστεροί κοσμοπολίτες, «προοδευτικό» πανεπιστημιακό κατεστημένο, ΜΜΕ, αλλά και εξωνημένοι πρώην «αριστεριστές» που έχουν το ρόλο της «αριστερής ιδεολογικής αστυνομίας» της ολιγαρχικής νεοταξικής πολιτικής, Ένα εξωτερικά κατευθυνόμενο «αριστερο-δεξιό» κυρίαρχο δίκτυο πού πολιτικά λαμβάνει όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου είναι σήμερα η μορφή της Αντίδρασης και η πέμπτη φάλαγγα του ευρω-ατλαντικού ιμπεριαλισμού.
Συντηρητικοί-εκσυγχρονιστές και αριστεροί, δεξιοί εθνικιστές και αριστεροί πατριώτες κ.τ.λ.-δεξιοί οικουμενιστές και αριστεροί διεθνιστές, έκαναν όλοι κάτι εξαιρετικά ζημιογόνο: υποστήριξαν ιδεολογικά ψυχολογικά και πολιτικά επί χρόνια την αντίληψη και τη διεκδίκηση μιας οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής με άξονα είτε την οικονομική αποανάπτυξη και απορύθμιση (νεοφιλελεύθεροι) είτε τον παρασιτικό υπερκαταναλωτισμό, την αποδιάρθρωση του εξωτερικού ισοζυγίου, με τις υπερεισαγωγές και τις φθίνουσες εξαγωγές, την καταστροφή των όποιων παραγωγικών διαδικασιών (Γεωργική Μονοκαλλιέργεια και εκχωρημένος στους ξένους Δευτερογενής Τομέας) με αποτέλεσμα τη γενικότερη εξάρτηση της δανειοτραφούς Ελλάδας και την υπονόμευση της αμυντικής της προσπάθειας. Αντί να γίνει αντιληπτό πως οργάνωση της οικονομίας σε μια βάση παραγωγική, η αποταμίευση και η επένδυση των πόρων, η υπέρβαση του παρασιτικού καταναλωτισμού και της πελατειακής δομής, είναι αυτά πού θα επέτρεπαν τις αναγκαίες υποδομές για ένα διαφορετικό εθνικό-κοινωνικό βίο.

-Οι τελεστές της πλανητικής και περιφερειακής πολιτικής και οι συνακόλουθες ευκαιρίες ή απειλές που αντιπροσωπεύουν είναι ποικιλόμορφοι. Η πλανητική στρατηγική («Νέα Τάξη») των ΗΠΑ για την ηγεμονία, απέναντι στις ουσιαστικές και μακροπρόθεσμες προκλήσεις που αυτή αντιμετωπίζει, αρθρώνεται πάνω στον άξονα του «Τέταρτου Παγκόσμιου Αντιτρομοκρατικού Πολέμου» που διαδέχθηκε τον προηγούμενο «Τρίτο Παγκόσμιο Ψυχρό Πόλεμο». Αυτό συμβαδίζει με τις εξελίξεις της αγοραίας οικονομίας ανάπτυξης (στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης), εξελίξεις που μεταξύ των άλλων περιλαμβάνουν ως θεμελιακές πλευρές την ριζική αποδόμηση του «κοινωνικού κράτους», την «τριτοκοσμοποίηση» τομέων στις μητροπολιτικές κοινωνίες της Δύσης και τον προγραμματισμένο «εσωτερικό εποικισμό» με την αθρόα εισαγωγή αλλεπάλληλων κυμάτων από τον «εφεδρικό εργατικό στρατό» των απόκληρων-ανέργων της Περιφέρειας.
Η γεωπολιτική ατμόσφαιρα έχει φορτιστεί από τη παρουσία του μαχητικού πολιτικού Ισλάμ που είναι ένα από τα νέα ιδιόμορφα πρόσωπα με τα οποία μετασχηματίζεται και παρουσιάζεται η παγκόσμια πάλη των τάξεων ανάμεσα στους απόκληρους νεοπληβείους και στις ιθαγενείς ελίτ (διαμορφωμένες από τους αποικιακούς ηγεμόνες) καθώς και στην υπερεθνική ολιγαρχία. Αυτό το πρόσωπο παράγεται μάλλον από τον συνειδητό νοηματικό αναθεωρητισμό ενός ρεύματος θρησκευτικού που αποφασίζει να αντιπαρατεθεί πολεμικά πάνω σε μια αντιιμπεριαλιστική πολιτική στοχοθεσία, ενόσω «δανείζεται τη ποίηση του από το παρελθόν» και μεταμφιέζεται πλαισιωμένο από ένα παραδοσιακό θρησκευτικό υπερβατικό και ηθικο-κανονιστικό πλαίσιο αξιών.
Η αμερικάνική διεθνής πολιτική επίσης επιδιώκει την ανάσχεση των πιθανών ηγεμονικών ανταγωνιστών (Ε.Ε., Ρωσία, Κίνα). Το νέο δόγμα (με αντίστοιχο προσανατολισμό του ΝΑΤΟ) είναι αυτό της «εθνικής στρατηγικής ασφάλειας», του «προληπτικού πολέμου» και των ταυτόχρονα «πολλαπλών πολέμων» όχι μόνο εναντίον κρατών αλλά και περιοχών, που δεν θα περιορίζεται σε «πεδία μαχών» αλλά σε «περιοχές μαχών». Εκτός από αυτά η εκτροφή των «Μπλοκ των Προθύμων», η κατάτμηση των υφιστάμενων κρατών και η κατασκευή «Νέων Προτεκτοράτων», η αναδιάταξη των συνόρων και των γεωπολιτικών ισορροπιών, εκτός την άμεση επέμβαση επιδιώκεται με την υποκίνηση εθνικών και μειονοτικών ζητημάτων ως μοχλών παρέμβασης και ελέγχου (πρόσφατη έκθεση της ΣΙΑ αναφέρεται σε 2% Τούρκους κλπ στη Δ. Θράκη).
Παρόλα αυτά το ειδικό βάρος των ΗΠΑ βρίσκεται σε μια τροχιά απομείωσης καθώς η επίθεση κατά του Ιράκ απεδείχθη καταστροφική, η σύγκρουση εξελίσσεται χωρίς τέλος με το Ισλάμ και βυθίζονται όλο και περισσότερο στο ισλαμικό ναρκοπέδιο στο οποίο κυριαρχεί ο αποτελεσματικός ιδιόμορφος ανταρτοπόλεμος των «ανθρώπινων βομβών» ενώ την ίδια στιγμή τμήμα της Λατινικής Αμερικής τείνει να «αυτονομηθεί». Πρόσφατα, το κυριότερο κράτος-στήριγμα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ, ηττήθηκε στο Λίβανο από τους αντάρτες της Χιζμπολλάχ,
δυσχεραίνοντας τη σχεδιαζόμενη επίθεση εναντίον του Ιράν που με πυρηνικές φιλοδοξίες περιφερειακής ισχύος απειλεί τις στρατηγικές και γεωπολιτικές ισορροπίες. Η Κίνα ως προλεταριακή αποθήκη και παγκόσμιο καπιταλιστικό εργοστάσιο συνεχίζει την απειλητική οικονομική της αναρρίχηση και η Ρωσία ανασυντάσσεται ως κράτος και ως ο «τσάρος» του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και των Α υλών, καθώς και στις σφαίρες της οικονομικής, πολιτικοστρατιωτικής και διαστημικής ισχύος.
Η δυναμική επανεμφάνιση της Ρωσίας στο ενεργειακό και γεω-στρατηγικό προσκήνιο διαμορφώνει νέα δεδομένα καθώς αντικειμενικά ενισχύει τις ελληνικές θέσεις (πάγωμα στο σχέδιο Ανάν, αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης, νέος αεριαγωγός Ρωσίας-Βουλγαρίας-Ελλάδας-Ιταλίας κ.α. ) Αυτή η επανεμφάνιση παίρνει καινούργιες διαστάσεις, για τις ελληνορώσικες σχέσεις, κάτω από το ρώσικο ενδιαφέρον για τα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα που ενδεχομένως σε συνδυασμό με κάποιες ευρωπαϊκές οπλικές προμήθειες (πχ γαλλικές κ.α.) να ενίσχυαν την φθίνουσα στρατιωτική αποτρεπτική δύναμη της χώρας. Και παρότι φαίνεται πως η ελληνική πολιτική ηγεσία δεν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει πέρα από τη «κόκκινη γραμμή» οι «ζυμώσεις» για μετατοπίσεις προσανατολισμών, συμφερόντων και δεσμών προς τη ρώσικη κατεύθυνση, είναι υπαρκτές σε ένα μικρό τμήμα της ελληνικής οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας.
Παρ όλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνιέται το γεγονός πως η Ελλάδα σε εθνικό επίπεδο ελέγχεται από τον «παρασιτικό νεοαστισμό» και υπάγεται άμεσα στις δυτικές δομές του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος ως ημιπεριφερειακή χώρα οικονομικά και στρατιωτικοπολιτικά εξαρτημένη. Η κρίσιμης σημασίας γεωγραφική της θέση είναι διεκδικούμενη από ανταγωνιστικά και διαπλεκόμενα γεωστρατηγικά συμφέροντα όπου εδώ δεσπόζει το πρόβλημα της εθνικής απειλής που αντιπροσωπεύει για πολλές δεκαετίες τώρα η ιμπεριαλιστική αμερικάνικη πολιτική σε σύνδεση με την αμείωτη επιθετικότητα του τουρκικού επεκτατισμού (και όχι μόνο, λαμβανομένης υπόψη της «αλυτρωτικής» κρατικής συγκρότησης και της εξωτερικής πολιτικής της FYROM).
Στη Τουρκία η βαθμιαία ισλαμοποίηση της κοινωνίας, που αποτυπώθηκε και με την άνοδο μετριοπαθών ισλαμικών κομμάτων στην εξουσία, ( του Ερμπακάν και μετά του Ερντογάν) αξιοποιήθηκε από την υπερεθνική και την τουρκική ελίτ προς μια ισλαμο-κεμαλική ισορροπία ώστε να κατορθωθεί η χρήσιμη ενσωμάτωση της χώρας στις αναγκαιότητες της «νέας ιμπεριαλιστικής τάξης» στην ευρύτερη μεσανατολική περιοχή. Η αναμέτρηση μεταξύ ριζοσπαστικού Ισλάμ και Δύσης, η εμφάνιση του κουρδικού ομόσπονδου κρατιδίου στο ΙΡΑΚ (που απολαμβάνει τη στήριξη ΗΠΑ-Ισραήλ), η πολύμορφη όσμωση μεταξύ των πληθυσμών του τουρκικού και ιρακινού Κουρδιστάν, υπονόμευσαν την ισλαμο-κεμαλική ισορροπία ενώ ένας ανεμοστρόβιλος αντιαμερικανισμού επικρατεί στη κοινωνία της Τουρκίας. Στην ανοιχτή «κρίση κορυφών» το μετριοπαθές ισλαμικό κόμμα τώρα κατακτά και το προεδρικό θεσμό ραγίζοντας την ίδια τη μορφή καθεστώτος (κεμαλισμός / κοσμικό κράτος) με το θεματοφύλακα του το στρατό να προσπαθεί να κρατήσει τα όποια κεκτημένα και με πάντα ανοικτό το ενδεχόμενο μιας προς δυσμάς εξαγωγή της κρίσης (κλιμάκωση της έντασης προς την Ελλάδα)

-Οι τελεστές αποδιάρθρωσης των εσωτερικών εθνικών σχέσεων είναι πολυποίκιλοι όμως εδώ δεσπόζει η άρχουσα, εξουσιαστική Νεοταξική Συμμαχία που διαχειρίζεται οικονομικά, πολιτικά και πνευματικά την γενική αναδιάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής εργασιακής δύναμης στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πλάι της τα ιδεολογικοπολιτικά της φερέφωνα (νεοφιλελεύθεροι, εκσυγχρονιστές και σοσιαλδημοκράτες, αντιεθνικιστές «αριστεροί» και «αντιεξουσιαστές») Μετά τη πτώση του κρατικού σοσιαλισμού διαχειρίστηκαν αυτή την αναδιάρθρωση με την χωρίς όρια υποδοχή ενός νέου εργατικού δυναμικού αυτού των εκατομμυρίων εξαθλιωμένων νεοπληβείων, αλλοδαπών λαθρομεταναστών, υποσκάπτοντας είτε ως Κυβερνο-διαχειριστική είτε ως νομιμοποιητική αντιεθνικιστική-αντιρατσιστική (αριστερή) «κερκόπορτα» τα ίδια τα όποια ριζοσπαστικά ταξικά θεμέλια όχι μόνο του αιτήματος της εθνικής ανεξαρτησίας και της κοινωνικής χειραφέτησης αλλά τα ίδια τα βιο-ψυχικά και κοινωνικά θεμέλια της εθνικο-κοινωνικής συνύπαρξης.
Ο αγώνας για εθνική αυτονομία (εθνική απελευθέρωση, εθνική εδαφική κυριαρχία, εθνική ακεραιότητα, ανεξάρτητο εθνικό-λαϊκό κράτος) είναι βασική μορφή του κοινωνικού ταξικού αγώνα των εργαζομένων. Αφορά την ίδια την ανεπτυγμένη ταξική τους συγκρότησή, την εξύψωση σε τάξη εθνική, την απόφασή και την αξίωση κατάκτησης της εθνικής ηγεμονίας (εδαφική και ιστορική), την μεταγραφή των δικών τους αγώνων στο έθνος και της δικής τους μεθερμηνείας στην «εθνική κοινωνία» πρώτα απ όλα και ως καταρχήν προϋπόθεση για την «παγκόσμια απελευθερωμένη κοινωνία». Γενικότερα αφορά τις εθνικές προϋποθέσεις της κοινωνικής απελευθερωτικής προοπτικής και της χειραφέτησής τους. Αυτή τη προοπτική καταπολεμά η εξουσιαστική ολιγαρχία της χώρας γι αυτό και, μεταξύ των άλλων πολιτικών που αυγατίζουν τη κερδοφορία και το πλουτισμό της, εξασκεί χρόνια τώρα το στρατηγικό σχέδιο της «απόσυρσης» της ελληνικής χειρονακτικής εργασιακής δύναμης και την υποκατάστασή της με την εισαγωγή ενός χειραγωγημένου τριτοκοσμικού «εφεδρικού στρατού». Η πολιτική αυτή υποστηρίζεται με τη μαζική προπαγάνδα «των ανοικτών συνόρων», «της ανοικτής-πολυπολιτισμικής κοινωνίας». Οι «οργανικοί διανοούμενοι» του υπερεθνικού και τοπικού κεφαλαίου χρησιμοποιούν τα ιδεολογήματα του φιλανθρωπισμού και του ψευδοανθρωπισμού, του «αντιρατσισμού» και «αντιεθνικισμού», ως αξιολογικό και πραξιολογικό στοιχείο ενός στρατευμένου ιδεολογικοπολιτικού λόγου στην υπηρεσία της σαρωτικής παγκοσμιοποίησης και του εσωτερικού εποικισμού, της εδραίωσης του στρατηγικού άξονα του νέου σταδίου του πλανητικού ολοκληρωτικού καπιταλισμού και της νεοταξικής πολιτικής για την άλωση του έθνους-κράτους. Η ειδικότερη στοχοθεσία αυτής της πολιτικής αφορά:
1-Τη μετάβαση από τη σχετική στην απόλυτη εξαθλίωση, την χειροτέρευση των βιοτικών όρων, τη διευρυμένη αναπαραγωγή της μαζικής φτώχειας.
2- Την καταστροφή των υποκειμενικών και συλλογικών συνθηκών της πολιτικής συνειδητοποίησης των εργαζομένων, την «αταξικοποίηση-ατομικοποίηση» τους, την αποσύνθεση των συνδικάτων, τη διάλυση της εργατικής τάξης ως εθνικής οργανωμένης και προσανατολισμένης πολιτικής δύναμης.
3-Την επίθεση στους όρους λαϊκής κυριαρχίας. Με προτάσεις-αιτήματα για νομιμοποίηση και παραχώρηση εκλογικών δικαιωμάτων σε εκατομμύρια λαθρομετανάστες (φορείς διαφορετικής μνήμης και ιστορίας, άλλου πολιτισμού και βιώματος) που θα αποφασίζουν για ελληνικά προβλήματα ώστε να μετατοπιστεί εκ βάθρων η γενική συσχέτιση των κοινωνικών δυνάμεων..
4-Την εμφάνιση ενδεχομένως καινούργιων μειονοτήτων αποβλέποντας στην αξιοποίησή τους από εξωτερικά και ιμπεριαλιστικά δίκτυα για τη διαίρεση του εθνικού κράτους με την εμφύτευση εσωτερικών διχαστικών τελεστών και αντιθέσεων και επίσης ως συνέχεια του μονίμως ανοιχτού βαλκανικού και του νέου ανατολικού ζητήματος όπου οι πάσης φύσεως μειονοτικές εθνοτικές διεκδικήσεις διασταυρώνονται με τα διαμελιστικά προγράμματα της πλανητικής ολιγαρχίας
5. Την λειτουργία ενός αποσυνθετικού πολιτισμικού αναδευτήρα με σκοπό την εξάλειψη της εθνικής περιοχής του νοήματος, της ιστορικής και εδαφικής μνήμης, της εθνικής ιδιοπροσωπείας. .

Επίλογος. Εκλογές

Η χώρα έχει εκλογές εν μέσω της επενέργειας μιας φοβερής εθνικής οικολογικής καταστροφής και με φαινομενικό ρυθμιστή το «κόμμα της δυσαρέσκειας». Το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων «έκαψε» την ηθική εικόνα της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης και οι πυρκαγιές «έκαψαν» τη διαχειριστική της δυνατότητα. Καθώς φαίνεται από τα αποτελέσματα θα προκύψει ένα πενταπολικό κοινοβουλευτικό σκηνικό με κυρίαρχο (έστω και τσουρουφλισμένο) τον δικομματισμό ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, αναβάλλοντας για άλλη μια φορά «το τέλος της μεταπολίτευσης». Η πιθανότητα για εκ νέου αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ είναι ισχυρή (με απόσταση τουλάχιστον 3 μονάδων από το δεύτερο ΠΑΣΟΚ και με πλειοψηφία 155-156 βουλευτών) πράγμα που θα διανοίξει τελεσίδικα την οδό της διαδοχής και των εντονότατων συγκρούσεων στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του οποίου η ευρωατλαντική και σοσιαλφιλελεύθερη αγκύλωση δεν αρκεί για να συγκαλυφθεί η βαθιά κρίση ταυτότητας που το χαρακτηρίζει. Οι εξελίξεις αυτές στο γενικό πολιτικό σκηνικό αντιστοιχούνται με τα ειδικότερα νέα δεδομένα στο σκηνικό της συσχέτισης και της εξισορρόπησης των δυνάμεων της αριστεράς, όπου ΚΚΕ και ΣΥΝ έρχονται ξανά αντιμέτωποι σε μια νέα μάχη για την εσωτερική ηγεμονία.

-

Δεν υπάρχουν σχόλια: