that’s making war, and we’re winning» (Warren Buffett).1- Κλεπτοκρατική πλουτοκρατία
Αγορά και Καπιταλισμός δεν ταυτίζονται αλλά μέσα στην αλληλεξάρτηση τους είναι πραγματικότητες διακριτές. Διαφορετικά παραβλέπεται ο δομικός υπερκαθορισμός του πλανητικού συστήματος από τη βασική αντιμαχία κατά την οποία έχουμε από το ένα μέρος (ατομική ή ομαδική) ιδιωτική κυριότητα / διεύθυνση των βασικών παραγωγικών-οικονομικών μέσων από μια προνομιούχο ολιγαρχία και από το άλλο μέρος την τεράστια απόκληρη και αποξενωμένη, από τα παραγωγικά μέσα, νεοπληβειακή μάζα που υποχρεώνεται να πωλεί την (χειρονακτική και πνευματική) εργασιακή της δύναμη για την αυτοσυντήρηση της. Και τούτο βεβαίως αφορά μοναχά ένα ποσοστό καθώς ένα άλλο είναι μόνιμα καθηλωμένο στην αναγκαία για το σύστημα απόβλητη περιοχή του παγκόσμιου «εφεδρικού προλεταριακού στρατού». Στα πλαίσια αυτά λοιπόν η αγορά συνιστά κατ΄αρχήν μια θεσμική «διοικητική» μορφή οργάνωσης στην κίνηση της κοινωνικής οικονομίας του κεφαλαίου, στη σφαίρα της κυκλοφορίας. Η ηγεμονική κοσμοεικόνα επιβάλλεται κοινωνικά και δια μέσου της απόκρυψης του φαινομένου όπου ο «μηχανισμός» της αγοράς είναι η εξωτερική μορφή ενός ψευτοσυγκεκριμένου κόσμου και ότι πίσω και πέρα από αυτόν υποκρύπτεται η ολιγοπωλιακή προστακτική και εκμεταλλευτική κεφαλαιοκρατική πολιτική οικονομία. Αυτή εδραιωμένη στην ιδιωτική ιδιοκτησία / διαχείριση μπορεί να προσλαμβάνει στην εξέλιξή της (ανάλογα τη συγκυρία της πάλης των τάξεων) όχι μοναχά ατομικές αλλά και συλλογικές («μικτή οικονομία») ιεραρχικές μορφές κυριαρχίας και υπαγωγής της κοινωνικής εργασίας στο κεφάλαιο.
Η σύγχρονη οικονομική πλουτοκρατική ελίτ είναι αποτέλεσμα ιστορικών οικονομικοκοινωνικών αλλαγών που επέφεραν μια καινούργια περίοδο πρωτόγνωρης συγκέντρωσης-συγκεντροποίησης του κεφαλαίου μέσα στη μισή χιλιετηρίδα της αστικής εξέλιξης του κόσμου. Αυτό οδήγησε στη διαμόρφωση μιας νέου τύπου διεθνικής αστικής τάξης εντελώς διαφορετικής από εκείνη που υπήρχε μέχρι και την μεταπολεμική επεκτατική φάση του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού. Σε μια πρώτη βαθμίδα η πλανητική χρηματοοικονομική ολιγαρχία συνομαδώνεται στον ολιγομελή ηγεμονικό πυρήνα των πιο πανίσχυρων διεθνικών τραπεζιτικών επιχειρήσεων. Παρακάτω στη δεύτερη βαθμίδα δικτυώνεται στο τοπίο των σημαντικών τραπεζών, ασφαλιστικών εταιριών, θεσμικών επενδυτών, διαχειριστών αντισταθμιστικών κεφαλαίων κ.α. Η τρίτη υφιστάμενη βαθμίδα συσπείρωσης αφορά τις εύρωστες οικονομικές, αγροτικές, βιομηχανικές, ενεργειακές, βιοτεχνολογικές, μεταφορικές και εμπορικές υπερεθνικές εταιρίες. Ο εσωτερικός συντονισμός και η αποφυγή του ανοικτού εξωτερικού ανταγωνισμού (αντίθετα με όσα προπαγανδίζει η χυδαία συμβατική οικονομολογία) είναι ο θεμελιώδης κανόνας αυτής της ιεραρχικής χρηματοοικονομικής δικτύωσης. Οι αντιμαχίες είναι υπαρκτές και συνήθως δευτερεύουσες (που κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε έκρυθμες σχέσεις) ενώ εγγράφονται συχνά στις «εθνοκεντρικές» διαμάχες εντός και μεταξύ των Κεντρικών ή των Ανερχόμενων Επεκτατικών Κρατών με τα οποία διαπλέκονται ειδικότερα οι ολιγαρχικές ομάδες. Σε μια τέτοια πραγματικότητα η πληθώρα των μεσαίων επιχειρήσεων που λειτουργούν σε κάθε χώρα υπάγεται στην απόλυτη εξάρτηση και την υποταγή στις στρατηγικές πολιτικές επιλογές της ολιγαρχίας. Πρόκειται για μια πρωτόγνωρη κατάσταση όπου «αγορά αγαθών-υπηρεσιών» δεν υφίσταται πλέον ως μια λειτουργική σφαίρα οικονομικών συναλλαγών (βασισμένων υποτίθεται στην προσφορά και τη ζήτηση) αλλά ως μια ολοκληρωτικά χειραγωγημένη και ψευδεπίγραφη «εικονική πραγματικότητα».
Είναι η φάση της δομικής κρίσης του συστήματος, μετά από το ΄73, όπου αναπτύσσεται και εδραιώνεται αυτή η πλανητική ισχύς του κορυφαίου τομέα του υπερεθνικού κεφαλαίου, του ολιγοπωλιακού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Αυτό βαθμιαία κατακτά μια προνομιακή διείσδυση, επαγωγή και συγχώνευση όλων των οικονομικών μονάδων και δραστηριοτήτων (αγροτική και βιομηχανική παραγωγή, εμπόριο, υπηρεσίες, έρευνα-ανάπτυξη) στις διαδικασίες της οικουμενικευμένης αυτοαναπαραγωγής του. Εξουσιάζει την συγκρότηση και συναρμολογεί τις λειτουργίες της διεθνοποιημένης χρηματοοικονομικής αγοράς (τις συναλλαγματικές, τραπεζικές και χρηματιστηριακές ροές), ελέγχει και κατευθύνει προσοδοφόρα τις αγορές των επενδυτικών κεφαλαίων, των εμπορευμάτων και της εργασιακής δύναμης. Η κραταίωση της νέας διεθνικής χρηματιστικής ολιγαρχίας βασίστηκε στις οικονομικές ρυθμιστικές πολιτικές των Κεντρικών Επεκτατικών Κρατών (ΗΠΑ, Ε.Ε., Ιαπωνία) και επιβλήθηκε απόλυτα με την ανατροπή του κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων σε διεθνή κλίμακα. Καθοριστικοί άξονες αυτής της ανατροπής αποτέλεσαν η κατάκτηση-μετασχηματισμός του «συλλογικού οργάνου της αστικής τάξης» του κράτους και η πολιτική του παγκόσμιου «laissez faire»:
α) Η μεταρρύθμιση του κράτους επιφέρει την καταστροφή των μεταπολεμικών εξισορροπιστικών οικονομικο-κοινωνικών του όψεων («παρεμβατικό- κοινωνικό κράτος»). Πρόκειται για την απόλυτη ποδηγέτηση και τη χρησιμοποίηση του ως βασικού ρυθμιστικού πολιτικού εργαλείου (νεοφιλελευθερισμός) με γνώμονα την υποστήριξη των ολιγαρχικών προτεραιοτήτων που ορίζονται στα πλαίσια του νέου πρότυπου συσσώρευσης. Ο ιδεολογικός παραπλανητικός λόγος αντιπαραθέτει τη διάκριση νεοφιλελευθερισμού και κρατισμού. Πρόκειται όμως για την αντεπαναστατική επιβολή ενός νεοφιλελεύθερου αυταρχικού κρατισμού δια του οποίου προωθήθηκαν τα προγράμματα της ασύδοτης αποκρατικοποίησης-ιδιωτικοποίησης, της ελαστικοποίησης της αγοράς εργασίας, της εκτεταμένης υποτίμησης του εργατικού και ασφαλιστικού κόστους, της ιδιωτικής παιδείας, υγείας και ασφάλισης, του «μεταναστευτικού εποικισμού» και της «τριτοκοσμοποίησης», του «στρατιωτικού κεϋνσιανισμού», της άρσης των εποπτικών ρυθμίσεων και ελέγχων, της πλήρους απελευθέρωσης των αγορών και της αναδιάρθρωσης των κοινωνικών σχέσεων κατανομής ακόμα πιο ανισόμετρα υπέρ της άρχουσας κλεπτοκρατικής ελίτ.
β) Ο νεοφιλελευθερισμός αν και παρουσιάστηκε ως μια νεώτερη πρωτότυπη ιδεολογία στην ουσία ήταν το ανακαινισμένο κοσμοείδωλο των ίδιων των ιδιοκτητών / διαχειριστών των πολυεθνικών επιχειρήσεων και των διεθνών οργανισμών (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα κ.α.). Η κεντρική ιδέα του νεοφιλελεύθερου μύθου ήταν πως αν οι αγορές αφεθούν εντελώς ελεύθερες δίχως κρατικές εποπτικές παρεμβάσεις έχουν την ικανότητα αυτοδιευθέτησης ώστε να επιφέρουν την άριστη κατανομή των πόρων, την βέλτιστη κοινωνική ισορροπία και τη γενική ευημερία με την οικονομική μεγέθυνση και την κάθετη διασπορά του πλούτου. Ή αξίωση προς τα εθνο-κράτη ήταν να υποκύψουν δουλικά στην κεφαλαιοκρατική κερδοφορία και να υπηρετήσουν την μέγιστη ισχυροποίηση των υπερεθνικών μονοπωλίων στη παγκόσμια οικονομία. Και αυτό μεταφραζόταν ως λατρεία της τριάδας: ιδιωτικοποίηση, ελαστικοποίηση, απορύθμιση, ήτοι
-Ακύρωση του κρατικού οικονομικού παρεμβατισμού και απόλυτη αποκρατικοποίηση-ιδιωτικοποίηση των τοπικών οικονομιών.
-Άνοιγμα συνόρων, κατάργηση προστατευτισμών και ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και αγαθών.
-Ελαχιστοποίηση έως εκμηδένιση όλων των δημοσίων δαπανών κοινωνικής πολιτικής με το πρόσχημα της αντιμετώπισης των ελλειμματικών προϋπολογισμών και στόχο την δημιουργία νέων χώρων συσσώρευσης του ιδιωτικού κεφαλαίου (ιδιωτική υγεία-παιδεία-ασφάλιση-«κοινή ωφέλεια» κ.ο.κ.)
Η κλεπτοκρατική ολιγαρχία απόκτησε τον απόλυτο έλεγχο της διεθνοποιημένης χρηματοοικονομικής αγοράς και δια μέσου του χειρισμού του μηχανισμού του επιτοκίου οργάνωσε την ανεμπόδιστη διοχέτευση ενός τεράστιου όγκου από το παγκόσμιο κοινωνικό πλεόνασμα προς τη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Ήταν μια εξέλιξη άκρως ωφέλιμη για τα δικά της κερδοσκοπικά συμφέροντα και άκρως αρνητική για το ρυθμό ανάπτυξης της παραγωγικής οικονομίας. Κατά το ΄60 η καπιταλιστική οικονομία εμφάνιζε ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης 4-7 %. Από το ΄70 έχουμε μια σοβαρή επιβράδυνση που χαρακτηρίζεται από ποσοστά 2-4 % ενώ στα διαδοχικά υφεσιακά διαστήματα έχουμε ακόμα χαμηλότερα ποσοστά κάτω του 2,5 %. (Minqi Li, Monthly Review, April 2008, Vol.59, N.11)
Ο σχηματισμός, η συγκέντρωση και η υπεραφθονία του υπερεθνικού χρηματοπιστωτικού νεοκεφαλαίου υποβοηθήθηκε βεβαίως από την μεγάλη κερδοφορία των πολυεθνικών μονοπωλίων, την ανακύκλωση των πετροδολαρίων, το κερδοσκοπικό παιχνίδι των επιτοκίων και των χρηματιστηριακών τίτλων, το εμπόριο συναλλάγματος, την κάθετη και οριζόντια μεγέθυνση και επέκταση της «οικονομίας δανεισμού». Έτσι ήδη με το «Μillenium του 21ου Αιώνα» η ταχύρυθμη αυτοκίνηση της «συμβολικής οικονομίας» εκφράζεται στο γεγονός ότι οι συναλλαγές αγαθών και υπηρεσιών έφταναν μόλις στο 3% των νομισματικών και χρηματιστικών συναλλαγών, οι διεθνείς εμπορικές συναλλαγές το 2 % των συναλλαγματικών συναλλαγών(Fr.Morin-Le nouveau mur de l' argent-Seuil,2006).
2- Συστημική χρηματοπιστωτική κρίση
Ο διεθνής καπιταλισμός σήμερα βρίσκεται στη δίνη μιας πρωτόγνωρης και παροξυμένης συστημικής χρηματοπιστωτικής αποσταθεροποίησης η οποία πρωτοξεκίνησε όχι από την περιφέρεια του «Νότου» ή τις δευτερεύουσες ζώνες του «Βορρά» αλλά από το ίδιο το ηγεμονικό (μεταπολεμικά) οικονομικό του κέντρο, τις ΗΠΑ. Στην παρακμάζουσα «Νέα Ρώμη» η μαζική συσσώρευση της «δηλητηριώδους» γενικής υπερχρέωσης έγινε ο «παράξενος ελκυστής» της χαοτικής αποδόμησης που με την πλημμυρίδα μιας δευτερογενούς καταστροφής επεκτείνεται σε όλες τις χρηματοπιστωτικές αγορές οδηγώντας εταιρικά μεγαθήρια του χώρου στο βάραθρο της κατάρρευσης. Ειδικότερα η τραπεζιτική «πυραμίδα» των τιτλοποιημένων στεγαστικών δανείων (sub prime) στήθηκε πάνω στο εκτεταμένο αμμώδες έδαφος των επισφαλών μαζικών χορηγήσεων χωρίς εγγυήσεις πως οι μη έχοντες δανειζόμενοι θα μπορούσαν πράγματι να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις καθότι προκρίθηκε η κερδοσκοπική διάχυση των προβληματικών χαρτοφυλακίων στη διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά. Παρακολουθούμε όλο αυτό τον καιρό την πυραμίδα τούτη να γίνεται ένας σωρός από συντρίμμια. Το αμερικανικό δολάριο να αντιμετωπίζει διαρκώς την ολοένα και πιο ασθενική διεθνική του ισχύ. Στην παγκόσμια κεφαλαιοποίηση αγοράς αφανίστηκαν πάνω από 25 τρις. δολ. ενώ πάνω από 1 τρις.δολ. προστέθηκε στο αμερικανικό εθνικό χρέος (bloggingstocks-Oct.10,2008). Στο κατρακύλισμα των χρηματιστηρίων, εκατομμύρια «μικροεπενδυτές» καταστρέφονται ενώ μέσω της πτωτικής κερδοσκοπίας ο κοινωνικός πλούτος ανακατανέμεται σε όλο και λιγότερα χέρια. Οι πολλόι τώρα χάνουν. Οι Ρότσιλντ, Ροκφέλερ, Μπάφετ, Σόρος και τόσοι άλλοι μεγιστάνες πόσα άραγε κερδίζουν; Πάντως μόνο ο Γουόρεν Μπάφετ, από τις 29 /8 έως 1/10/2008 μέσα σε αυτή την κρίση, ενίσχυσε με 8 δισ. δολ.την τεράστια περιουσία του(Reuters - Oct. 10, 2008).
Η ύφεση και η επάνοδος μετά από αρκετά χρόνια του στασιμοπληθωρισμού είναι βέβαιο πως θα πάρει διεθνείς διαστάσεις. Όμως η αμερικανική και δυτική καπιταλιστική οικονομία φαίνεται πως θα πληγούν εντονότερα σε σύγκριση με άλλες ανερχόμενες αναπτυξιακά περιοχές όπως για παράδειγμα Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα (BRICs). Νέο-αναπτυσσόμενες χώρες και θύλακες της Ευρασίας και της Λ.Αμερικής,παράλληλα με την απομείωση της σχετικής οικονομικής ισχύος των ΗΠΑ, πυκνώνουν τις σχέσεις αλληλενέργειας τους και ορίζουν εν δυνάμει τις νέες ζώνες στη συσσώρευση του κεφαλαίου έχοντας σαφώς απογειωθεί από το σημείο να αποτελούν την κυριαρχούμενη και εξαρτημένη ιστορική «περιφέρεια» της «μητροπολιτικής τριάδας» (ΗΠΑ, Ε.Ε., Ιαπωνίας). Σήμερα στη παγκόσμια οικονομία η συμμετοχή των ΗΠΑ έχει πέσει γύρω στο 30 % , της Ε.Ε. στο 10 % ενώ η συμβολή των BRICs υπερβαίνει το 20 % και μόνη η Κίνα είναι στο 15 %. (Minqi Li, οπ.π).
Το δικομματικό σχέδιο της αμερικανικής πολιτικής ελίτ να σωθεί το κλεπτοκρατικό χρηματοπιστωτικό σύστημα μέσω του «πακέτου Πόλσον» (παρά τις μαζικές απορριπτικές αντιδράσεις) πρωταρχικά πήρε την μορφή μιας τοξικής συναλλαγής όπου από την μια κρατικοποιούνται τα ζημιογόνα τραπεζιτικά ομόλογα έναντι παροχής καυτού δημόσιου χρήματος ύψους 700 δις.δολ. από την άλλη. Όμως το πραγματικό κοινωνικό κόστος της δικομματικής παρέμβασης υπέρ της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, για την οποία η σοσιαλδημοκρατική αριστερά πανηγυρίζει ως απόδειξη της επιστροφής της «κρατικοποίησης» και του «κεϋνσιανισμού», φαίνεται πως είναι πολύ μεγαλύτερο. Με τις «παράπλευρες ενισχύσεις» φτάνει στα 1,7 τρις.δολ. δηλαδή τα 12, 2 χιλ.δολ. για κάθε αμερικανικό πολίτη. (ΗΠΑ- γερουσιαστής Byron Dorgan, 24 /9/2008)
Γιατί όμως τούτη η κρίση ειδικά πρωτοεκδηλώνεται στις ΗΠΑ; Μετά το Β παγκόσμιο πόλεμο ήταν η μοναδική χώρα όπου η ισχυρή βιομηχανική και κρατική της υποδομή διατηρήθηκε ανέπαφη εξασφαλίζοντας την κερδοφόρα διαφοροποιημένη υλική παραγωγή και την οικονομική ανάπτυξη. Για μια τριακονταετία οι πανίσχυρες διεθνικές εταιρίες που εξασφάλιζαν από τη Περιφέρεια τον προσπορισμό και την εσωτερική μεταφορά ενός επαρκούς πλεονάσματος σε συμμαχία με τα υπάκουα εργατικά συνδικάτα και η ρύθμιση του φορντισμού - κεϋνσιανισμού εγγυούταν την «κοινωνική ευημερία» και το «αμερικανικό όνειρο». Κάθε όνειρο όμως έχει και ένα ξύπνημα. Και αυτό ήταν η πτώση στο ποσοστό του κέρδους και ο στασιμοπληθωρισμός. Μια νέα φάση διαρθρωτικής κρίσης πρόβαλε απειλητική. Η απάντηση των πολυεθνικών εταιριών στη κρίση ήταν η λεγόμενη «τρίτη τεχνολογική επανάσταση» και η στρατηγική «αποκέντρωση-αναδιάρθρωση» με μεταφορά δραστηριοτήτων του δευτερογενή τομέα σε επιλεγμένες περιοχές της Περιφέρειας με πρώτο στόχο τον «εξορθολογισμό» του κόστους παραγωγής και κυρίως του εργατικού κόστους. Είναι η χρυσή εποχή των «νεοκλασικών οικονομικών» και της περίφημης σχολής των «Chicago Boys» (με γκουρού της τον νομπελίστα Μίλτον Φρίντμαν) που επεξεργάζεται τη «θεωρία σοκ». Στο κέντρο της είναι ο ισχυρισμός πως η πολιτική της πλήρους απασχόλησης πρέπει να εγκαταλειφθεί διότι δυναμώνει τον πληθωρισμό, οι νομισματικές πολιτικές να βασιστούν στην προσφορά μοναχά του «υγιούς» χρήματος, οι οικονομίες να αφεθούν ήσυχες, εκτός κρατικών παρεμβάσεων και μέτρων, στην ιδιωτική τους αυτοκίνηση.
Η νεοφιλελεύθερη ρύθμιση υψώνοντας τα λάβαρα της πλήρους αποκρατικοποίησης και της «ελεύθερης, αυτορρυθμιζόμενης αγοράς» άρχιζε την κατακρήμνιση των κοινωνικών κεκτημένων και οι απολύσεις στις παραδοσιακές μητροπολιτικές εστίες παραγωγής άρχισαν να λαμβάνουν μορφή επιδημίας. Η σύγχρονη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση άρχιζε ως μια πλανητική πολιτική εξόδου του «Βορρά» από το στασιμοπληθωρισμό και μετατόπισης των συνεπειών του (όπως κρίση στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, και κρίση υπερχρέωσης) στο «Νότο» καθώς και στο «σοσιαλιστικό στρατόπεδο». Η τελική προέλαση με τη συνδρομή και των λοιπών παραγόντων ήταν η πτώση του «κρατικού σοσιαλισμού» και η απόλυτη καπιταλιστική ενσωμάτωση της «κομμουνιστικής Κίνας».
ΗΠΑ και αγγλοσαξονικός κόσμος έγιναν η προνομιακή περιοχή εξάσκησης των δικομματικών νεοφιλελεύθερων και σοσιαλφιλελεύθερων στρατηγικών (που απλώθηκαν με παραλλαγές σε όλο το Βορρά). Πρώτη συνέπεια για τις ΗΠΑ ήταν να μεταβληθούν σε μια «info-χώρα» μαζικής παραγωγής και ανταλλαγής «σημείων» (συμβολικών-αναπαραστατικών μέσων, πληροφοριών, εικόνων, χρήματος κ.α.), σε μια εύθραυστη «συμβολική οικονομία» υπηρεσιών. Η μετανάστευση των επενδυτικών παραγωγικών κεφαλαίων στις περιφερειακές περιοχές φθηνής εργασιακής δύναμης και η αναδιαμόρφωση της οικονομίας σε βάρος της πολυμερούς και διαφοροποιημένης υλικής παραγωγής υπέρ της παρασιτικής μονομέρειας του τριτογενή τομέα προετοίμασε το έδαφος του επερχόμενου σεισμού. Η εκτροπή των κεφαλαίων από τις εσωτερικά αναγκαίες χρήσιμες επενδύσεις, ο γενικευμένος παρασιτικός υπερκαταναλωτισμός, η πρόκριση της όλο και μεγαλύτερης στρατιωτικής δαπάνης για την εγγύηση της μιλιταριστικής ηγεμονίας και των διεθνικών νεοταξικών σχεδίων και πολέμων σε συνδυασμό με τον προσανατολισμό των πολυεθνικών εταιριών προς την εντονότερη εξωτερική επέκταση και εγκατάσταση (ιδίως μετά το ΄90 σε Κίνα κ.α.) είχε σοβαρές συνέπειες. Και πρώτες είναι το ελλειμματικό εξωτερικό ισοζύγιο, η γενική υπερχρέωση και ο αυξανόμενος εξωτερικός δανεισμός που διαμόρφωναν τον άξονα μετατόπισης και αναπαραγωγής των όρων της οικονομικής ισχύος προς την πλευρά της χρηματοπιστωτικής πυραμίδας. Τράπεζες και Γουώλ Στρήτ κατηύθυναν πλέον τη «νέα οικονομία» της πλουσιότερης χώρας του κόσμου που ΄θελε ολοένα να αυξάνει τη σπατάλη του παγκόσμιου φυσικού και κοινωνικού πλούτου με όλο και περισσότερα δανεικά και που τώρα κινδυνεύει να μετατραπεί σε «ωραία ερείπια».
3- Μετατόπιση της κρίσης στους αδύναμους
Το καπιταλιστικό σύστημα - στριμωγμένο στην εύθραυστη σχέση που ορίζεται από την αντίφαση μεταξύ της επεκτεινόμενης πλανητικής υπερσυσσώρευσης και διακίνησης των χρηματιστικών κεφαλαίων από το ένα μέρος και της χαμηλόρυθμης παραγωγικής τους χρήσης από το άλλο μέρος – γίνεται συνολικά ευάλωτο. Η αστάθεια μορφοποιείται σε αποσταθεροποίηση και αυτή εξελίσσεται σε χρηματοοικονομική καταστροφική αποδιάρθρωση. Όμως το κύριο πρόβλημα είναι από ποιόν θα πληρωθεί μια τέτοια καταστροφή καθώς εδώ η ολιγαρχική στρατηγική οπωσδήποτε θα ξεδιπλωθεί προς την κατεύθυνση μετατόπισης της κρίσης προς τους αδύναμους δηλαδή στις κυριαρχούμενες κοινωνικές τάξεις του «Βορρά» καθώς επίσης στις χώρες και λαούς του «Νότου». Στο παραδοσιακό «Βορρά» η κρίση θα περάσει στην «πραγματική οικονομία» με πρώτη συνέπεια την αύξηση των απολύσεων και τη παραπέρα κοινωνική «τριτοκοσμοποίηση». Στον «Νότο» μια νέα φάση μαζικής φτωχοποίησης προβάλει απειλητικά στον ορίζοντα και ταυτόχρονα ξανά μια σοβαρή κρίση υπερχρέωσης επέρχεται συμπληρωματική στην προϊούσα εξοντωτική επισιτιστική, ενεργειακή και οικολογική κρίση.
Η νέα οικονομική φάση αναδεικνύει έξι κυρίαρχα σημεία αντιπαράθεσης σχετικά με την μορφή, την εξέλιξη και τα αποτελέσματα της συγκυρίας. Η βασική διαλεκτική παραμένει κρίση – αγώνες – ανασύνταξη και η όποια ρυθμιστική αναπροσαρμογή θα προσδιοριστεί πρωταρχικά από την κίνηση των εθνικών και ταξικών μετώπων και τις μεταβολές στη συσχέτιση των κοινωνικών δυνάμεων. Αυτό που είναι προφανές είναι το ιδεολογικό «Βατερλό» του νεοφιλελευθερισμού.
-Πρώτο σημείο: Η εποχή της αδιαμφισβήτητης πλανητικής οικονομικής (και πολιτικής) ηγεμονίας των ΗΠΑ είναι παρελθόν. Είναι ορατή η ανταγωνιστική (βιομηχανική, εμπορική και ενεργειακή) παρουσία των νέων επεκτατικών κρατών (Κίνα, Ινδία, Ρωσία κ.α.) όπου διεκδικούν για λογαριασμό τους σημαντικά μερίδια στη πλανητική κατανομή των πόρων και της ισχύος. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός λοιπόν μεταβάλλεται σταδιακά σε πολυκεντρικό. Η υπονόμευση του αμερικανικού δολαρίου ως αποθεματικού διεθνούς νομίσματος και συνακόλουθα το ισχυρό ενδεχόμενο να αναθεωρηθεί η πολιτική του ελλειμματικού εξωτερικού ισοζυγίου και της εξωτερικής χρηματοδότησης-υπερχρέωσης στις ΗΠΑ θα δημιουργήσει καινούργια δεδομένα. Η Ε.Ε. είναι χωρίς οικονομικοπολιτικό δυναμισμό ενώ Ρωσία, Ινδία, Βραζιλία έχουν προς το παρόν ακόμα μικρά μερίδια στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Η βασική απειλή έρχεται από τη Κίνα. Όμως το κινέζικο καπιταλιστικό μοντέλο είναι εξωστρεφές και για να διατηρεί το πλεονασματικό της εξωτερικό ισοζύγιο θα πρέπει ο παραδοσιακός καπιταλιστικός «Βορράς» (ΗΠΑ, Ευρωζώνη) που είναι η μεγάλη εξαγωγική αγορά της Κίνας να διατηρούν απέναντι της μεγάλα ελλειμματικά ανοίγματα στο ισοζύγιο τους. Αν αυτό ανακοπεί τότε ο κινεζικός καπιταλισμός θα βρεθεί ενώπιον ισχυρής κρίσης.
-Δεύτερο σημείο: Είναι ενδεχόμενη κάποια παλινδρόμηση από το διεθνικό «laissez faire», η επανανακάλυψη και επαναφορά μιας ορισμένης μορφής προστατευτισμού τόσο στο «Βορρά» όσο και στο «Νότο». Παραμένει ανοικτό ζήτημα το περιεχόμενο και η έκταση του.
-Τρίτο σημείο: Η διαμόρφωση συνθηκών «εκτάκτου ανάγκης» για την πλουτοκρατική χρηματοπιστωτική ολιγαρχία οδηγεί σε επιλεκτικές πολιτικές «εθνικοποίησης-κρατικοποίησης» των ζημιογόνων τομέων ορισμένων τραπεζιτικών και ασφαλιστικών μεγαεταιριών (ΗΠΑ, Αγγλία) ώστε να ελεγχθεί η αποδόμηση της χρηματοοικονομικής αγοράς, να αποφευχθούν οι ταξικές κοινωνικές εκρήξεις και να διατηρηθούν ανέπαφα τα συμφέροντα του άρχοντος μπλοκ εξουσίας.
-Τέταρτο σημείο: Επάνοδος στη σοσιαλδημοκρατική-κεϋνσιανική κρατική πολιτική της εισοδηματικής αναδιανομής και γενικότερα του «κοινωνικού κράτους» υπέρ των κυριαρχούμενων στρωμάτων - υπό την ολιγαρχική εξουσία και στο πλαίσιο του σύγχρονου πολυκεντρικού καπιταλισμού όπου οι αρχές της ανταγωνιστικότητας και οικονομικότητας είναι επικυρίαρχες - είναι αδύνατη. Έτσι οι αγώνες κατανομής θα λάβουν εντονότερη και εκτατικότερη διάσταση και είναι συνδεδεμένοι με τον γενικό εθνικό και ταξικό απελευθερωτικό αγώνα.
-Πέμπτο σημείο: Συνακόλουθο αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης θα είναι ένας ορισμένος περιορισμός της ανεξέλεγκτης αυτονομίας και ισχύος του διεθνούς χρηματοπιστωτικού – χρηματιστηριακού τομέα.
-Έκτο σημείο: Η πλανητική καπιταλιστική συσσώρευση αποτελεί πια μια εξοντωτική προς τα έξω και αυτοκτόνα προς τα μέσα μορφή ιδιοποίησης της φύσης και της κοινωνίας από το κεφάλαιο, αποτελεί μια διαρκή κατάσταση απόλυτης και γενικής ανομίας. Γι αυτό ο απελευθερωτικός αγώνας αναγκαστικά λαμβάνει εκτός της εθνική ή ταξική και μια πρόσθετη, τη «βιολογική» διάσταση μιας και υποχρεωτικά αφορά την διασφάλιση και την ορθή κατανομή των ζωτικών φυσικών και κοινωνικών αγαθών της ύπαρξης και της συνύπαρξης από την ληστρική καταστροφικότητα του κεφαλαίου. Η ανθρώπινη αυτοσυντήρηση θα βρίσκεται σε μέγα κίνδυνο για όσο ο παγκόσμιος καπιταλισμός θα αποτελεί την οργανωτική μορφή της ανθρωπότητας.
Όπως και να έχει η παρούσα αποδόμηση παράγει σε πλανητικό επίπεδο την αναγκαιότητα του πολλαπλασιασμού και της πύκνωσης των εθνικών και ταξικών αντιμαχιών καθώς οι ψευδεπίγραφες μαζικοδημοκρατικές καταναλωτικές ονειροφαντασίες διαψεύδονται και συναντούν την ωμή, συνθλιπτική και αδιέξοδη πραγματικότητα τους. Σε αυτά τα πλαίσια είναι βέβαιο ότι οι εσωτερικές κοινωνικές και ιδεο-πολιτικές συγκρούσεις καθώς και αντιπαραθέσεις «Βορρά-Νότου» θα προσλάβουν μια δραστικότερη διάσταση. Και ενόσω ένας νέος σοσιαλδημοκρατικός-νεοκεϋνσιανικός μεταρρυθμισμός είναι εντελώς ανέφικτος εναπόκειται να καταδειχτεί αν απέναντι στην πραγματικότητα της αμείλικτης καπιταλιστικής κρίσης θα μπορέσει να σταθεί και να αντιπαρατεθεί μια ενοποιημένη πλανητική επαναστατική αντιπολίτευση, μια νέα πραγματικότητα εθνικών και ταξικών αγώνων για την απελευθέρωση. Η συγέντρωση - συγκεντροποίηση του κεφαλαίου έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που είναι πλέον παγκόσμια καταστροφική η ιδιωτική κυριότητα και διαχείριση του. Η κοινωνικοποίηση του (ας ανακαλυφθούν οι προταγματικές της μορφές) δεν είναι λοιπόν σκέτο ιδεολογικό αίτημα αλλά το οντολογικά καθοριστικό ζήτημα της πανανθρώπινης αυτοεπιβίωσης.
_