Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Αίγυπτος. Λαϊκή Εξέγερση και Στρατιωτικό Προνουντσιαμέντο




Χρονολόγιο
31 Μαΐου. Ένα από τα πιο σημαίνοντα πρόσωπα του σουνιτικού ισλάμ, ο  Αιγύπτιος ιεροδιδάσκαλος σεΐχη Γιουσούφ Αλ Καραντάουι, αποκαλεί  την σιιτική Χεζμπολάχ ως το «Κόμμα του Σατανά» και προσκαλεί τους σουνίτες του κόσμου να πάνε στη Συρία για τζιχάντ κατά του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ. Προχώρησε δε περισσότερο. Διακήρυξε ότι δεν υπάρχει κανένα πεδίο διαλόγου μεταξύ του 1,7 δις. Σουνιτών και των 100 εκατ. Σιιτών και πως οι δεύτεροι θα κερδίσουν μονάχα εάν και εφόσον οι πρώτοι φερθούν με ολιγοψυχία.
14 Ιουνίου.  Η  Μουσουλμανική Αδελφότητα της Αιγύπτου προχωρά σε δημόσια καταδίκη του σιιτικού ισλάμ. Ο Πρόεδρος Μοχάμεντ Μόρσι Ισά Ελ Αγιάτ, υποστηρίζει την έκκληση των σουνιτών κληρικών για «ιερό πόλεμο» κατά της Χεζμπολάχ και του καθεστώτος της Συρίας.
15 Ιουνίου. Ο Μόρσι αναγγέλλει την παύση των διπλωματικών σχέσεων με τη Συρία.
16 Ιουνίου. Το Κάιρο διακόπτει τις διπλωματικές σχέσεις με τη Δαμασκό και καλεί την διεθνή κοινότητα να προχωρήσει σε ζώνη απαγόρευσης πτήσεων στη Συρία.

23 Ιουνίου. Όχλος φανατικών Σουνιτών  επιτίθεται και δολοφονεί τέσσερις Σιίτες στο σπίτι τους, στα περίχωρα του Καΐρου.  
26 Ιουνίου. Mαζικές συγκρούσεις μεταξύ οπαδών και αντιπάλων του προέδρου της Αιγύπτου Μοχάμεντ Μόρσι στην Μανσούρα, βόρεια του Καΐρου. Νεκροί και τραυματίες.
30 Ιουνίου. Στην μεγαλύτερη συγκέντρωση της ιστορίας της Μέσης Ανατολής εκατομμύρια Αιγυπτίων διαδηλώνουν στην  θρυλική Πλατεία Ταχρίρ (λίκνο της λαϊκής εξέγερσης κατά του Χόσνι Μουμπάρακ - αρχές του 2011), στους δρόμους του Καΐρου και των άλλων πόλεων, ενάντια  στην διακυβέρνηση Μόρσι. Το οργισμένο πλήθος είναι μεγαλύτερο και από το ζενίθ των διαδηλώσεων εναντίον του καθεστώτος Μουμπάρακ. Επιθέσεις γίνονται στην έδρα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Οι πρώτοι νεκροί  και οι εκατοντάδες τραυματίες της δεύτερης αιγυπτιακής λαϊκής εξέγερσης, που τώρα ονομάζεται «Αιγυπτιακό καλοκαίρι».
-Βασικοί φορείς της μεγάλης κοινωνικής κινητοποίησης είναι το Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας και  το κίνημα Τάμαροντ (Εξέγερση). Στο Μέτωπο Εθνικής Σωτηρίας βλέπουμε μια σύμπραξη μεταξύ του “Λαϊκού Ρεύματος” του αριστερού νασεριστή Χαμντίν Σαμπάχι  (τρίτου στις εκλογές Μαΐου 2012) και της αστικοφιλελεύθερης αντιπολίτευσης που κυρίως εκπροσωπεί ο Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι, με στόχο την «υπεράσπιση της Δημοκρατίας» απέναντι στην Μουσουλμανική Αδελφότητα. Το κίνημα Τάμαροντ πυροδοτεί ως ενοποιητικός καταλύτης και μαζικό μέτωπο πολιτικής ανυπακοής τις εξελίξεις. Και είναι αυτό που κυρίως κατορθώνει να κατεβάσει την αιγυπτιακή νεολαία στους δρόμους αξιοποιώντας τα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης (facebook, twitter κλπ), να συγκεντρώσει εκατομμύρια υπογραφές με αίτημα την απομάκρυνση Μόρσι και να διασυνδεθεί προς τούτο με τον αιγυπτιακό στρατιωτικό μηχανισμό.
1 Ιουλίου. Τα γιγάντια συλλαλητήρια συνεχίζονται στο Κάιρο, την Αλεξάνδρεια και σε άλλες πόλεις. Ο στρατός, δια του αρχηγού του και υπουργού Άμυνας Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, απευθύνει 48ωρο τελεσίγραφο προς κυβέρνηση και αντιπολίτευση «να ανταποκριθούν στη βούληση του λαού» διαφορετικά θα επιβάλει το δικό του «οδικό χάρτη» στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
2 Ιουλίου. Νύχτα εκτεταμένων άγριων συγκρούσεων με δεκάδες νεκρούς.
3 Ιουλίου,18:00. Ο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι δηλώνει στην εθνική τηλεόραση ότι ο Πρόεδρος Μόρσι εξέπεσε από την εξουσία. Ο Μόρσι και πολλά στελέχη των Αδελφών Μουσουλμάνων συλλαμβάνονται. Κύματα λαϊκών πανηγυρισμών σε ολόκληρη την Αίγυπτο. Στις διεργασίες που ακλουθούν φαίνεται να αναβαθμίζεται ο ρόλος του Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι και της Τάμαροντ. Όμως το πολιτικό παιχνίδι καθορίζεται κυρίως από τον στρατό.
4 Ιουλίου. Ο Αντλί Μανσούρ, επικεφαλής του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αιγύπτου, ορκίζεται μεταβατικός πρόεδρος της χώρας για να προετοιμαστούν το νέο Σύνταγμα και νέες εκλογές.
5 Ιουλίου. Οι υποστηρικτές της Μουσουλμανικής Αδελφότητας προχωρούν σε μαζικές κινητοποιήσεις με σύνθημα «την επάνοδο του εκλεγμένου προέδρου».  Στο Κάιρο ξεσπούν σφοδρές αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ υποστηρικτών και αντιπάλων του ανατραπέντος ισλαμιστή προέδρου. Ο ηγέτης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας Μοχάμεντ Μπαντίε δηλώνει: «θα θυσιαστούμε για τον Μόρσι». Ο Γιουσούφ Αλ Καραντάουι εκδίδει φετφά  όπου αναφέρει πως η ανατροπή του Μόρσι από το στρατό εναντιώνεται στην δημοκρατία και στο Σύνταγμα και καλεί τους Αιγύπτιους να υποστηρίξουν τον ανατραπέντα Πρόεδρο.  
6 Ιουλίου. Το απειλητικό πρόσωπο της εμφύλιας βίας κάνει πλέον την εμφάνιση του. Πάνω από 37 νεκροί και αμέτρητοι τραυματίες στην Αλεξάνδρεια, το Κάιρο, στο Σινά (όπου δεν ελέγχει ο στρατός) και σε άλλες περιοχές.
6-7 Ιουλίου. Ο Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι έχοντας εξασφαλίσει την συμφωνία του Μετώπου Εθνικής Σωτηρίας και του κινήματος Τάμαροντ προσφέρεται να διοριστεί ως μεταβατικός πρωθυπουργός της Αιγύπτου πρόταση που προς το παρόν όμως δεν έχει εξασφαλίσει την αποδοχή του  δεύτερου ισχυρού ισλαμικού κόμματος της Αιγύπτου, αλ Νουρ (υπερσυντηρητικοί σαλαφιστές, σαουδαραβικής επιρροής) το οποίο καταρχήν φαίνεται να συναινεί ευκαιριοθηρικά προς μια  μεταβατική κυβέρνηση.

Η διακυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας
Στην πρώτη αιγυπτιακή εξέγερση κατά του Μουμπάρακ τον Ιανουάριο του 2011, πήρε μέρος ένα ανομοιογενές δυναμικό από τα φτωχά λαϊκά στρώματα (που συντρίβονται από το πλανητικό υπερεκμεταλλευτικό σύστημα της χρηματοδεσποτείας), τους νασεριστές εθνικιστές, ριζοσπάστες και αριστερούς ως τη μέση αστική τάξη καθώς και ομάδες της αιγυπτιακής ελίτ  και των ΜΚΟ της, που σχετίζονται με την πλανητική ολιγαρχία. Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η νεολαία που διασυνδέεται μέσω των επικοινωνιακών κοινωνικών δικτύων [1]. Η εξέγερση είχε ως κύριο αίτιο την μεγάλη «κοινωνική καταστροφή»  που επέφερε η υιοθέτηση από το καθεστώς Μουμπάρακ των νεοφιλελεύθερων οικονομικών συνταγών (ασυδοσία πολυεθνικών εταιριών, απορρύθμιση αγορών, ιδιωτικοποιήσεις, συρρίκνωση  κρατικών ενισχύσεων, απελευθέρωση εμπορίου κλπ). Η Μουσουλμανική Αδελφότητα και οι ισλαμιστές των άλλων οργανώσεων  λαμβάνουν μέρος όχι εξαρχής αλλά στην διαδρομή της εξέγερσης αποσκοπώντας στον έλεγχο και την αξιοποίηση της. Πρόκειται για την Πρώτη Αρπαγή της αιγυπτιακής επανάστασης. Αυτό θα επιτευχθεί με την εκτεταμένη διείσδυση του κόμματος, με τα εκατοντάδες χιλιάδες μέλη του, στην φτωχή αγροτιά της υπαίθρου και σε τμήματα των λαϊκών στρωμάτων των πόλεων μέσα από ένα προχωρημένο δίχτυο κοινωνικής βοήθειας το οποίο στήριζαν οι χρηματοδοτήσεις από  Κατάρ, Τουρκία και Εμιράτα και το οποίο συνυπήρχε παράλληλα με την διακηρυγμένη αποδοχή από την Αδελφότητα των βασικών αρχών του νεοφιλελευθερισμού, του καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς.
Με την άνοδο της στην διακυβέρνηση της Αιγύπτου η Αδελφότητα ανέλαβε ως «λύση αντικατάστασης» κι όχι ως «λύση εναλλακτική» απέναντι στη γενική πολιτική  Μουμπάρακ. Έτσι εξαρχής προσέκρουσε σε ανυπέρβλητα δομικά προβλήματα μεταξύ των οποίων δέσποζε η διαρκής προσπάθεια μέσα σε όλους τους μηχανισμούς του κράτους και της κοινωνίας για την εξουσία. Αυτό μεταφραζόταν σε συγκρούσεις αλλά και εξουδετερωτικούς συμβιβασμούς με τα εκφυλισμένα πρόσωπα, φορείς και θεσμούς του προηγούμενου καθεστώτος ώστε να αποφύγει την γενική κρατική και κοινωνική κατάρρευση. Ταυτόχρονα και για να εξουδετερώσει το ενδεχόμενο πραξικοπήματος η Αδελφότητα συμπεριφέρθηκε υπάκουα προς την αμερικανική νεοταξική γεωπολιτική. Όλα αυτά οδηγούσαν στην πραγματικότητα σε μια τυπική κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων και μια  ιδιότυπη πραγματική «συγκυβέρνηση» με τους παρακμιακούς παράγοντες του στρατού και των θεσμών του  εκπεσμένου  καθεστώτος Μουμπάρακ με συνέπειες την δομική αδυναμία, τις πάσης φύσεως εμπλοκές, την κρίση διαχείρισης και την επαύξηση της κυβερνητικής φθοράς.  Έτσι για παράδειγμα υπουργοί  Διώρυγας Σουέζ,  Εσωτερικών, Άμυνας και  Εξωτερικών τοποθετήθηκαν εκλεκτοί του στρατού. Κραυγαλέα περίπτωση o Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι (απόφοιτος της  Αμερικάνικης στρατιωτικής  Ακαδημίας της Πενσυλβάνια και αρχηγός της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών επί Μουμπάρακ) ο οποίος ανέλαβε το υπουργείο Άμυνας και την ηγεσία του στρατεύματος. Ως καινούργιος Αουγούστο Πινοσέτ εκλεκτός του Σαλβαδόρ Αγιέντε τον οποίο ανέτρεψε στις 11-9-1973, ο  Αλ Σίσι  θα συμπεριφερθεί ανάλογα προς τον Μοχάμεντ Μόρσι, θα τον ανατρέψει και θα τον συλλάβει κατόπιν διαβουλεύσεων με τους Αμερικανούς.
Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας αποφάσισαν να αξιοποιήσουν την Μουσουλμανική Αδελφότητα στους σχεδιασμούς της Νέας Τάξης και της Παγκοσμιοποίησης και ειδικότερα στην διεθνοποιημένη πολεμική σύγκρουση της Συρίας καθώς και στην προσπάθεια τους να αποσπάσουν την παλαιστινιακή Χαμάς από  τον αντιιμπεριαλιστικό-αντισιωνιστικό άξονα με το Ιράν και τη Χεζμπολάχ. Με τη σειρά της η  Αδελφότητα άρπαξε την ευκαιρία και αποφάσισε την στρατηγική σχέση με την Υπερ-Ατλάντεια αυτοκρατορία ώστε να διασφαλίσει την άνοδο και την εδραίωση της εξουσίας της. Στα πλαίσια αυτά όχι απλώς απέτυχε ολοκληρωτικά στην εξωτερική της πολιτική (αυτή που είχε προεκλογικά εξαγγείλει) γεγονός που φάνηκε στην απρόσκοπτη συνέχιση της ισραηλινής πολιορκίας στη Γάζα, αλλά συνέδραμε αποφασιστικά το σενάριο της «Νέας Μεγάλης Μέσης Ανατολής» που προωθούσε το ιμπεριαλιστικό πολεμικό μέτωπο ΗΠΑ-Ισραήλ-Αραβικές Μοναρχίες-Τουρκία. Το οποίο πρόκρινε τη σπορά του χάους μέσω της καθολίκευσης των εμφυλίων, της γενικής αιματηρής αναμέτρησης Σουνιτών-Σιιτών  και της προετοιμασίας του νέου Μεγάλου Νεοταξικού Πολέμου στην ευρασιατική σκακιέρα [2].
Η αποσταθεροποίηση και τελικά η πτώση της κυβέρνησης των Αδελφών Μουσουλμάνων τροφοδοτήθηκε από τη διαπλοκή τριών κυρίως αλληλεξαρτημένων διαδικασιών:
Η πρώτη, σχετίζεται με μιαν αποτυχημένη λούμπεν οικονομική πολιτική η οποία υλοποιώντας τα νεοφιλελεύθερα προγράμματα, σαν συνέχεια του προηγούμενου καθεστώτος και τις μονεταριστικές επιταγές του ΔΝΤ στο οποίο στράφηκε ο Μόρσι, απέφυγε κάθε προσπάθεια παραγωγικής ανάπτυξης πράγμα που επιδείνωσε την κρίση όλων των τομέων της οικονομίας και  οδήγησε στην πιο μεγάλη  άνοδο της ανεργίας και της φτώχιας. Το πλάνο των  ιδιωτικοποιήσεων περιλάμβανε και αυτήν ακόμα την διώρυγα του Σουέζ με την τεράστια οικονομική και εθνική σημασία, με το Κατάρ (βασικός χρηματοδότης του καθεστώτος της Αδελφότητας με κεφάλαια 13 δις δολ.) ως τον πρώτο υποψήφιο αγοραστή. Όλα αυτά πλάι-πλάι με την διόγκωση των παράλληλων δραστηριοτήτων του «άτυπου τομέα της οικονομίας» στον οποίο εμπλέκεται για την εξασφάλιση της επιβίωσης ένα  60% του πληθυσμού.
Η δεύτερη, αφορά την επιδίωξη της Αδελφότητας να ρυθμίσει αυταρχικά τον βίο  των πολιτών στα πλαίσια των θρησκευτικών υπαγορεύσεων και επιταγών του Ισλάμ γεγονός που διεύρυνε τα χάσματα με μεγάλα τμήματα της αιγυπτιακής νεολαίας, τις μη μουσουλμανικές κοινότητες και την  κοσμική αντιπολίτευση.
Η Τρίτη, αναφέρεται στην εξωτερική πολιτική. Η στρατηγική πρόσδεση στη πολιτική των ΗΠΑ, η προνομιακή σύμπραξη με το Κατάρ και την Τουρκία, η υπόγεια ή ανοιχτή συνεργασία με το Ισραήλ, η διάψευση των προσδοκιών για την αποκλεισμένη Γάζα, η ανοιχτή εμπλοκή στη Συρία οδήγησαν στην καθοριστική διεύρυνση του εσωτερικού αντιπολιτευτικού κοινωνικοπολιτικού εξεγερσιακού μετώπου. Η προσχώρηση της Αδελφότητας στο σουνιτικό τζιχάντ ενάντια στο καθεστώς της Συρίας και τη Χεζμπολάχ  έγινε η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και προσέδωσε ένα μαζικό δυναμικό στις  διαδηλώσεις απέναντι στη κυβέρνηση Μόρσι σε τέτοιο βαθμό ώστε αυτές να θεωρούνται οι πολυπληθέστερες στην αραβική ιστορία.
Αυτή η «παρά φύση» απονομιμοποιημένη διασύνδεση του Μόρσι και γενικά  της Αδελφότητας με τον αμερικανο-ισραηλινό άξονα και η ανάμειξη στη Συρία ήταν το καθοριστικό εκείνο στοιχείο που σφράγισε την φυσιογνωμία των μεγάλων λαϊκών κινητοποιήσεων των προηγούμενων ημερών που η συνθηματολογία τους κινούνταν σε αντιαμερικανική-αντιισραηλινή κατεύθυνση.
Το αδιαμφισβήτητο αυτό φαινόμενο υποχρέωνε όλους τους νεοταξίτες καιροσκόπους πολιτικούς αντιπάλους της Αδελφότητας να παριστάνουν τους ανεξάρτητους από τον  αμερικανοσιωνισμό  εθνοσωτήρες και να αντιστρέφουν την εικόνα της εθνοπροδοσίας θέτοντας στο κάδρο της το πρόσωπο του Μόρσι ως το κύριο ανδρείκελο των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Και αυτό όπως κατέδειξαν οι εξελίξεις μετά τις 3 Ιουλίου έγινε ένας αποτελεσματικότατος τρόπος της εξωτερικής ιμπεριαλιστικής και της  εσωτερικής λουμπεν-αστικής πολιτικής χειραγώγησης των  εθνικών αισθημάτων των ανυποψίαστων μαζών. Μερικά παραδείγματα: Ο Αχμέντ Σαφίκ ο οποίος ηττήθηκε από τον Μόρσι στον 2ο εκλογικό γύρο του Ιουνίου 2012  παίρνοντας το 48,27%,  ήταν ένα επίλεκτο μέλος του στρατιωτικού κατεστημένου ενώ διορίστηκε από τον Μουμπάρακ ως  υπουργός Πολιτικής Αεροπορίας  το  2002  και ως πρωθυπουργός  στις  29 Ιανουαρίου 2011. O Αμρ Μούσα ένας εκ των ηγετών της κοσμικής αντιπολίτευσης υπηρέτησε τη δεκαετία του 1990 ως υπουργός Εξωτερικών τον  Μουμπάρακ έως το διορισμό του ως Γ.Γ. του Αραβικού Συνδέσμου. Ο δικαστικός Αντλί Μανσούρ που κατέλαβε τώρα τη θέση του Μόρσι στην Προεδρία της Χώρας (και η Αδελφότητα τον κατηγορεί ως άνθρωπο του Σιωνισμού και των Αντβεντιστών) ήταν από παλιά εκλεκτός του  Ανωτάτου Συμβουλίου των  Ενόπλων Δυνάμεων. Διορίστηκε επί Μουμπάρακ και διετέλεσε αναπληρωτής επικεφαλής του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου από το 1992. Ο Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι είναι πρώην διπλωμάτης και παλιότερα γενικός διευθυντής της χειραγωγημένης από τις ΗΠΑ,  Διεθνούς Οργάνωσης Ατομικής Ενέργειας-IAEA. Επέστρεψε στην Αίγυπτο όταν άρχιζε η «Αραβική Άνοιξη» για να  στηρίξει τη παρέμβαση του International Crisis Group (ως μέλος του Δ.Σ. αυτής της οργάνωσης) η οποία διασυνδέεται με τα συμφέροντα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής ενώ  χρηματοδοτείται από «Open Society Institute» (George Soros),  Rockefeller Brothers Fund,  Carnegie Corporation, Ford Foundation, Bill & Melinda Gates Foundation κλπ. Ο Ελ Μπαραντέι τοποθετήθηκε εξ αρχής στο πλευρό του Αλ Σίσι και της στρατιωτικής επέμβασης της 3 Ιουλίου 2013 και έγινε μέλος της επιτροπής επεξεργασίας του «οδικού χάρτη» της λεγόμενης μεταβατικής περιόδου. Ενώ μέχρι τώρα απέτυχε να αναρριχηθεί στην εξουσία μέσω της εκλογικής κάλπης προσφέρεται τώρα  για το πρωθυπουργικό αξίωμα μέσω του στρατού.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες λοιπόν οι ΗΠΑ έχοντας ως κεντρικό σκοπό τη χειραγώγηση της νέας λαϊκής εξέγερσης – η οποία κατευθυνόταν αυτή τη φορά όχι μόνο απέναντι στο καθεστώς της Μουσουλμανικής Αδελφότητας αλλά και ενάντια στην τρομοκρατική πολιτική της  Υπερ-Ατλάντειας αυτοκρατορίας –χρησιμοποιούν τα ισχυρά ερείσματα τους σε  τρεις τομείς.
1-Μέσα στο στράτευμα, όπου εγκρίνουν το προνουντσιαμέντο του Στρατιωτικού Συμβουλίου και προετοιμάζουν τον «οδικό χάρτη» της αναδιάταξης του πολιτικού συστήματος σύμφωνα με τα συμφέροντα τους.
2-Μέσα στην αστικοφιλελεύθερη κοσμική αντιπολίτευση, όπου αξιοποιούν τους εξωνημένους πολιτικούς για την απόσβεση και απονέκρωση της δυναμικής της λαϊκής εξέγερσης ενώ τους  εντάσσουν σε διάφορες θέσεις και  ρόλους στην μεταβατική διακυβέρνηση. Προς τούτο υποβοηθούνται από διάφορες ΜΚΟ και κινήσεις καθοδηγημένες από τα αμερικανικά καθεστωτικά δίκτυα  (National Endowment for Democracy-NED, Freedom House κλπ κλπ).
3-Μέσα στην ίδια την Αδελφότητα, όπου θα συνεχίσουν τις επιδιώξεις ενσωμάτωσης της στην ελεγχόμενη από τον αμερικανοσιωνισμό νέα πολιτική διαδικασία. Εδώ θα πρέπει να μη μας διαφεύγει ότι οι δυτικές μυστικές υπηρεσίες συνεργάζονται για χρόνια με την Αδελφότητα. Η σχέση με τη Βρετανία ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1920 και δυναμώνει στις δεκαετίες του 1940 και 1950.  Η συνεργασία επίσης με την CIA είναι δεδομένη τη περίοδο  1954-1970 με στόχο την ανατροπή του προέδρου Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ ενώ διατηρήθηκε καθ 'όλη την εποχή Μουμπάρακ.

Το στρατιωτικό προνουντσιαμέντο
Η Αίγυπτος φαίνεται να πορεύεται σε επικίνδυνους ατραπούς. Η παρέμβαση των ενόπλων δυνάμεων κατάργησε την εκλεγμένη κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων, ενώ στους δρόμους τα πλήθη των εκατομμυρίων οπαδών της κοσμικής αντιπολίτευσης νομιμοποιούσαν πανηγυρικά αυτή την ανατροπή. Πρόκειται για την Δεύτερη Αρπαγή της αιγυπτιακής επανάστασης. Και είναι εδώ ολοφάνερη η ανικανότητα του μαζικού κινήματος και των εξεγερμένων αντιπάλων του καθεστώτος Μόρσι να αντιληφθούν το αυτονόητο:
1.- Ο αιγυπτιακός στρατιωτικός μηχανισμός είναι ένα απολύτως εξαρτημένο και ελεγχόμενο τοπικό υποκατάστημα των ΗΠΑ οι οποίες τον χρηματοδοτούν με 1,5 δις δολάρια ετησίως. Πρόκειται για την δεύτερη σε ύψος ενίσχυση έπειτα από αυτήν προς το Ισραήλ στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Σε τελική ανάλυση, συγκριτικά με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, η ύπαρξη και η λειτουργία του στρατού τόσο μέσα στην αιγυπτιακή κοινωνία όσο και ευρύτερα στον αραβικό κόσμο συνιστά μια σταθερότερη βάση για την εξυπηρέτηση των γεωστρατηγικών συμφερόντων των ΗΠΑ και της ασφάλειας του Ισραήλ. Αυτό βεβαίως έχει και μια ειδικότερη βαρύτητα εάν ληφθεί υπόψη η γεωοικονομική σπουδαιότητα   της  διώρυγας του Σουέζ. Το Στρατιωτικό Συμβούλιο όντας σε διαρκή αντιμαχία με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους φλέρταρε με την ιδέα του πραξικοπήματος ήδη από τις εκλογές του 2012. Καθώς όμως τότε η Αδελφότητα έχαιρε λαϊκής νομιμοποίησης ώστε να εξασφαλίσει στον 2ο γύρο των εκλογών του Ιουνίου 2012 το 51,73%, ο στρατός τελικά απέφυγε να δράσει είτε γιατί αυτό θα οδηγούσε ενδεχομένως σε λαϊκή εξέγερση  ενάντια του και τούτο θα προκαλούσε μεγάλα ρήγματα και φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό του είτε επειδή δεν εξασφάλισε την έγκριση των ΗΠΑ οι οποίες τότε επένδυαν στην αντιπροσωπευτική ημι-δημοκρατία και σε μια κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Για τους λόγους αυτούς οι πραξικοπηματικοί σχεδιασμοί αναβλήθηκαν για να επανέλθουν εν ευθέτω χρόνω.
2.-Το τωρινό λοιπόν προνουντσιαμέντο του στρατού ουδόλως  αποτελεί  μια πράξη δημοκρατική που θέλει να υπηρετήσει την έκφραση και  την αποτύπωση της λαϊκής βούλησης. Αντίθετα αποσκοπεί στο  να διατηρήσει τα προνόμια και τις επιχειρήσεις του σε κάθε τομέα της αιγυπτιακής οικονομίας και να  ελέγξει στα πλαίσια μιας πολιτικο-στρατιωτικής διακυβέρνησης τα πολιτικά πράγματα της χώρας. Αυτές οι στοχεύσεις είναι  οργανικά ενταγμένες μέσα στον ιμπεριαλιστικό νεοταξικό προγραμματισμό της Υπερ-Ατλάντειας αυτοκρατορίας που μπροστά στο φαινόμενο της μαζικής λαϊκής αμφισβήτησης της κυβερνητικής πολιτικής της Αδελφότητας και της φθορά της, προσπαθεί να ανασυγκροτήσει την κυβερνώσα ελίτ της χώρας με τα υλικά του παλιού καθεστώτος Μουμπάρακ και τους αστικοφιλελευθερους πολιτικούς υποστηριχτές της παγκοσμιοποίησης.  Με  τα πιο διαφθαρμένα και προσεταιρισμένα, από την πλανητική Χρηματοδεσποτεία και τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και του Ισραήλ, πολιτικά υποκείμενα. Απείρως χειρότερα από τους ανίκανους, ρεβανσιστές και υποκριτές παράγοντες της Αδελφότητας. Ενώ βέβαια θα επιφέρει ανεπανόρθωτες καταστροφικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της  αιγυπτιακή κοινωνίας.
Από την άλλη οι ΗΠΑ σίγουρα αντιμετωπίζουν ένα θεμελιώδες πρόβλημα με την στρατιωτική εκδίωξη της Αδελφότητας από την διακυβέρνηση της Αιγύπτου. Όπως προηγουμένως  με τον Μουμπάρακ και τους άλλους εκλεκτούς της στον αραβικό κόσμο που πέσανε από την «Αραβική Άνοιξη» τώρα ξανά και πάλι με την ανατροπή του Μοχάμεντ Μόρσι ένα σήμα αποστέλλεται προς όλους τους επίσταθμους τοποτηρητές του Ιμπεριαλισμού. Ότι τελικά η Υπερ-Ατλάντεια αυτοκρατορία είναι όχι απλώς ανήθικη αφού δεν υπερασπίζεται τους περιφερειακούς εντολοδόχους της αλλά επίσης είναι και πολιτικά  ανήμπορη στο να  εξασφαλίσει είτε τη παραμονή τους στη διακυβέρνηση είτε την ίδια την ασφάλεια τους εάν οι εξελίξεις λάβουν μιαν εκρηκτική τροπή. Και είναι βέβαιο πως ένα τέτοιο σήμα οπωσδήποτε θα το έχει λάβει και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν [3].

Επίλογος
Η Αίγυπτος βρίσκεται μπροστά σε ένα τρομακτικό αδιέξοδο. Όχι μόνον  η εξαρτημένη από τον ιμπεριαλισμό ελίτ αλλά ολόκληρη η κοινωνία είναι διχασμένη. Και το να πορευτεί  στον εμφυλιοπολεμικό  δρόμο της Συρίας και ολάκαιρης της Μέσης Ανατολής είναι κάτι που έχει ισχυρή πιθανότητα. Γενικότερα παρατηρούμε την ακολουθία των δραματικών γεγονότων που ταυτόχρονα συνιστούν μια συσσώρευση  του πιο εκρηκτικού φορτίου προς τον γενικευμένο εμφύλιο πόλεμο στην ευρύτερη Μέση Ανατολή ο οποίος είναι μέρος του γεωπολιτικού προγράμματος της Υπερ-Ατλάντειας "αυτοκρατορίας του κακού".







( Γ.Κ. 7-7-2013 )

_