Κυριακή 14 Ιουνίου 2009

Ο Ευρωπαϊκός βάλτος και οι ευρωεκλογές



Οι εκλογές στον ευρωπαϊκό χώρο.

Μέσα σε μια πολιτική συγκυρία καθολικής εκλογικής απονομιμοποίησης από την πλειοψηφία των ευρωπαϊκών λαών επιλέχτηκαν στις 4-7 Ιουνίου οι ευρωβουλευτές-αντιπρόσωποι για ένα θεσμικό σώμα που όχι μόνο λειτουργεί πέρα και έξω από κάθε επίφαση «κοινοβουλευτικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας» στο ουσιαστικό επίπεδο λόγω του ότι είναι απολύτως εκτός οιουδήποτε κοινωνικού ελέγχου και λαϊκής λογοδοσίας αλλά το οποίο ταυτόχρονα χαρακτηρίζεται από την κραυγαλέα αναξιοπιστία του ως «εικονικός οργανισμός» δίχως ουδεμία άξια λόγου νομοθετική αρμοδιότητα στο τυπικό επίπεδο των υπερεθνικών διαδικασιών της Ε.Ε. Και αυτό διότι οι καθοριστικές αποφάσεις σχετικά με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και πολιτική λαμβάνονται απ΄ ευθείας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο της Ε.Ε. δηλαδή από την ίδια την εκτελεστική πολιτική ευρολιγαρχία, σε αλληλενέργεια με τις ισχυρότερες χώρες της δυτικής κεφαλαιοκρατίας και τις διάφορες οικονομικές και τεχνοκρατικές συνομαδώσεις μιας ασύδοτης υπερτάξης.

Στην εκλογική αποτύπωση των γενικών τάσεων τρία είναι τα κυρίαρχα δεδομένα: Απόλυτη επικράτηση της αποχής, συντριβή της σοσιαλφιλελεύθερης «τριτοδρομικής» κεντροαριστεράς και ενίσχυση των εθνικιστικών-λαϊκιστικών ευρωαπορριπτικών δυνάμεων.

-Πρώτον, είναι πασιφανές πως εν μέσω της οικονομικής κρίσης και της αναξιοπιστίας των ποικιλώνυμων προτάσεων διεξόδου η πλειοψηφία των λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασικά αποδοκίμασαν δια της συνειδητής αποχής τον προγραμματικό, πρακτικο-πολιτικό και θεσμικό λόγο των ευρωπαϊκών κομματικών και κυβερνητικών φορέων. Η ουσιαστικότερη πλευρά της «λαϊκής ετυμηγορίας» αποκρυσταλλώνεται στην συνεχή επέκταση του μεγέθους της εκλογικής αποχής που από 38% στις πρώτες ευρωεκλογές το 1979, υψώθηκε στο 54,6% το 2004, ενώ τώρα έφτασε στο 57% , μια καταγραφή που συνιστά ποσοστό ρεκόρ για μια περίοδο 30 ετών. Αυτή η πρωτοφανής εξέλιξη σε συσχέτιση με την παράλληλη ενδυνάμωση των δυνάμεων εκείνων που αμφισβητούν την Ε.Ε. και την υπονόμευση του έθνους-κράτους από την υπερεθνική ολιγαρχία διαμορφώνει μια de facto συνθήκη κατά την οποία η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών λαών (και άσχετα από παρανοήσεις και στρεβλώσεις) ουσιαστικά αντιλαμβάνεται την νεοφιλελεύθερη, αυταρχική, υπερεθνική και ιμπεριαλιστική δομή των Βρυξελών όχι ως επίτευγμα αλλά ως μέγα πρόβλημα και υπονομευτικό εμπόδιο για τα ίδια τα ζωτικά συλλογικά της συμφέροντα.

- Δεύτερον, είναι ενδιαφέρον το φαινόμενο πως, εν μέσω χρηματοοικονομικής κρίσης και ενός βαλτώδους νεοφιλελευθερισμού, η σοσιαλδημοκρατία αντί να επωφελείται αυτή …καταρρέει. Παντού (εκτός από Ελλάδα, Ρουμανία, Σλοβακία, Μάλτα) είχε μέγιστες απώλειες με αποτέλεσμα η σοσιαλιστική ομάδα στην ευρωβουλή να κατρακυλήσει από το 28% στο 21,9% των εδρών. Η μεγάλη διαρροή δεν κατευθύνθηκε προς τις αριστερότερες ομάδες αλλά κυρίως προς τα ευρωαπορριπτικά και λιγότερο στα πράσινα σχήματα και φυσικά στην αποχή. Γιατί όμως είχαμε τούτο το Βατερλό της «τριτοδρομικής» κεντροαριστεράς; Πρωτίστως διότι «ο (παρελθών και παρών) βίος και η πολιτεία» των σοσιαλφιλελεύθερων κεντροαριστερών ως ιστορικών διαχειριστών του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, της επιβολής της παγκοσμιοποίησης (υπό το τρίπτυχο: laissez-faire, ελεύθερο εμπόριο, ελεύθερες αγορές) και της αποδόμησης του έθνους- κράτους, επιδρούσε εντελώς απωθητικά. Ήταν οι ανάξιοι εμπιστοσύνης και φθαρμένοι παράγοντες ενός απωθητικού συστήματος που πιστότατα είχαν υπηρετήσει. Το ιστορικό κενό τώρα αυτοαναπαραγόταν μέσα στον τρέχοντα πολιτικοιδεολογικό κενό λόγο των σοσιαλδημοκρατών όπου δέσποζε η ανειλικρινής δημαγωγική ρητορική και η παντελής απουσία αξιόπιστων προτάσεων για τα μεγάλα ζητήματα της συγκυρίας και ειδικά για τα προβλήματα της οικονομικής κρίσης και των σχέσεων κατανομής, της κοινωνικής εξαθλίωσης, της ανασφάλειας και της λαθρομεταναστευτικής πλημμυρίδας, της προγραμματισμένης και εντατικότερης υπονόμευσης της συνοχής του κοινωνικού ιστού αλλά και της εθνικής ταυτότητας. Η κεντροαριστερά απέτυχε να πείσει πως θα τα κατάφερνε καλύτερα από την κεντροδεξιά στη διαχείριση της κρίσης. Αποτέλεσμα τα περισσότερα κόμματα της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς σε Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία, Αυστρία, Ισπανία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Τσεχία βγήκαν σχετικά αλώβητα από τις εκλογές καταλαμβάνοντας 264 έδρες στο νέο Ευρωκοινοβούλιο με τους σοσιαλδημοκράτες, πράσινους και αριστερά να περιορίζονται στις 246. Αυτή η επικράτηση της μεταλλαγμένης κεντροδεξιάς είχε ως προϋπόθεση τον δικό της ταχύτατο μεταμορφισμό στη συγκυρία και την προβολή ενός διαχειριστικού (γάλλο-γερμανικού) μοντέλου πατερναλιστικού παρεμβατισμού απέναντι στα οξύτατα οικονομικά και κοινωνικά θέματα. Με την προταγματική προβολή της μεταμοντέρνας συνθηματολογίας περί μιας «ρυθμιζόμενης» «κοινωνικής» οικονομίας της αγοράς η κεντροδεξιά πέταξε στο καναβάτσο την ανήμπορη να αντιδράσει κεντροαριστερά.

-Τρίτον, στις ευρωεκλογές καταγράφτηκε η αξιοσημείωτη άνοδος των εθνικιστικών-λαϊκιστικών ευρωαπορριπτικών δυνάμεων. Αυτές οι δυνάμεις που καταγγέλλονται και εξορκίζονται συλλήβδην ως «ευρωσκεπτικιστικές», «ξενοφοβικές», «ρατσιστικές» και «ακροδεξιές» από τους παγκοσμιοποιητές, τα ΜΜΕ, και τους πάσης φύσεως διατεταγμένους πολυπολιτισμικούς «αντιρατσιστές», ενώ σαφώς δεν ανήκουν στην συνήθη «αριστερά» η οποία κατά το μεγαλύτερο μέρος της τελεί υπό στρατηγική, τακτική και τελολογική αφασία και απαξία, ασκούν μια ορισμένη κριτική στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, και στις ολοκληρωτικές υπερεθνικές τεχνοδομές εξουσίας της Ε.Ε. της κρίσης, της φτώχειας και της ανεργίας θέτοντας συγκαλυμμένα ή ανοικτά το ζήτημα αποχώρησης των χωρών από αυτήν. Οι φορείς αυτών των δυνάμεων αντιπροσωπεύουν ως ένα βαθμό και κάποια οργισμένα εργατικά και λαϊκά στρώματα τα οποία, καθώς πλήττονται εντονότατα από τις επιθετικές αποδομητικές ευρολιγαρχικές πολιτικές, απορρίπτουν τα «κεντρώα» αποϊδεολογικοποιημένα και πραγματιστικά πλαίσια της κοινωνικής συναίνεσης που προτάσσουν οι «τριγωνοποιητές» παράγοντες της υπερτάξης και επιζητούν οριοθετημένες συγκρουσιακές γραμμές και πρακτικά επεξεργασμένες εθνικές και κοινωνικές κοσμοεικόνες αυτοκατανόησης. Εδώ ο υπερπροσδιοριστικός συντελεστής της πολιτικοεκλογικής συσπείρωσης και διαμαρτυρίας έγκειται κεντρικά στη γενικευμένη κοινωνική ανασφάλεια όπου επιδιώκεται η πολιτική κεφαλαιοποίηση της, εξ ου και η πλαισίωση του εθνικιστικού-λαϊκιστικού ευρωαπορριπτικού λόγου με δύο κυρίαρχες αιχμές-μέτωπα της περιόδου: Το διαρκές μέτωπο απέναντι στην είσοδο της Τουρκίας στην Ε.Ε. και το διαρκές μέτωπο απέναντι στην διογκούμενη λαθρομεταναστευτική εισβολή. Ειδικά ως προς το δεύτερο μέτωπο τούτο από τη μια πλευρά αναδεικνύει πράγματι την υπαρκτή και σοβαρή απειλή αλλά από την άλλη πλευρά πάσχει επί της ουσίας στο βαθμό που αυτή η λαθρομετανάστευση γίνεται αντιληπτή ως μια αυτοδύναμη και αυτοτροφοδοτούμενη διαδικασία και όχι ως ένας μακροχρόνιος στρατηγικός προγραμματισμός του πλανητικού κεφαλαίου, ως μια οργανωμένη υπερεθνική και αντεθνική αστική επένδυση εσωτερικού εποικισμού, «πολυπολιτισμικοποίησης» και κοινωνικής «τριτοκοσμοποίησης» με πολλαπλές οικονομικές, πολιτικές και ιδεολογικές στοχεύσεις. Παραπροϊόν αυτής της ασυνειδητοποίητης συνθήκης και της ιδεολογικοπολιτικής σύγχυσης είναι η υποκατάσταση του αναγκαίου εθνικού και κοινωνικού συνειδητού πολέμου απέναντι στην κεφαλαιοκρατία (που σαφώς και τμήμα του είναι ο ανυποχώρητος αγώνας απέναντι στην μεταφερόμενη αλλογενή λαίλαπα) με τον αυτοτελή, αποκομμένο και αποσπασματικό αταβιστικό-αταξικό πόλεμο απέναντι σε μεμονωμένους αλλοδαπούς.


Ελλάδα: Συνειδητή Αποχή απέναντι στην αντεθνική-αντιλαϊκή κομματοκρατία.

Οι ευρωεκλογές της 7ης Ιουνίου κατέγραψαν τις ενδιαφέρουσες τροποποιήσεις της ελληνική πολιτικής σκηνής με πρώτο καθοριστικό δεδομένο την ριζική αποσταθεροποίηση του παρακμιακού αντιπροσωπευτικού κομματικο-πολιτικού συστήματος και την προσανατολισμένη έκφραση της κοινωνικής αμφισβήτησης των ιστορικών κομματικών σχέσεων εκπροσώπησης με τη μορφή της ενεργητικής αποχής από την εκλογική διαδικασία. Το κυρίαρχο και πρώτο μήνυμα των ελληνικών ευρωεκλογών ήταν η μετάβαση από τον μεταπολιτευτικό δικομματισμό σε μια καινούργια κοινωνικοπολιτική δυαδικότητα: Στον ένα πόλο της οι νεοταξικοί παράγοντες και φορείς της αντεθνικής-αντιλαϊκής κομματοκρατικής αντιπροσωπευτικής δειμοκρατίας. Στον άλλο της πόλο συσπειρώθηκε ένα πελώριο αξιογόνο δυναμικό λαϊκής οργής και αντίστασης που εκπροσωπήθηκε συνειδητά στην παρούσα φάση δια της αποχής. Το πρωτοφανές 47,37% ποσοστό αποχής (από 36,78% το 2004), όπου ένας στους δυο εκλογείς αρνήθηκε τη συμμετοχή στις κάλπες, έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς στην Ελλάδα η ψήφος έχει και νομική υποχρεωτικότητα αλλά και πρακτική ελκτικότητα αφού οι πελατειακές σχέσεις είναι ένα υπερκαθοριστικό στοιχείο στη δομή του πολιτικο- κομματικού συστήματος.

Σύμφωνα με τις πολιτικές στατιστικές μετρήσεις τα 2/3 αυτών που επέλεξαν την αποχή το έκαναν για πρώτη φορά. Πρόκειται αναμφισβήτητα για την Πολιτική των Μαζών (με Π κεφαλαίο ) ενάντια στην μικρο-πολιτική της κομματοκρατίας, για την Μαζική Πολιτική Απόφαση Εξόδου από το εκλογικό σώμα και το πολιτικό-αντιπροσωπευτικό σύστημα, ήτοι για μιας ιστορικής σπουδαιότητας στρατηγική τομή στους όρους της ιδεολογικοπολιτικής κουλτούρας, της συγκρότησης των δεσμών εκπροσώπησης και της κοινωνικής ηγεμονίας. Πρόκειται για την νομιμοποίηση της αποχής ως δυνητικής και δυναμικής Πολιτικής Ψήφου και την απονομιμοποίηση της κομματοκρατικής απολιτικής και ψηφοθηρικής πατρωνίας του εκλογικού σώματος. Αυτή η πραγματικότητα όσο και αν επιχειρείται από το φθαρμένο και διεφθαρμένο πολιτικό προσωπικό και τα ΜΜΕ να υποβαθμιστεί και να συγκαλυφθεί διαθέτει εγγενή αυτοδυναμισμό ο οποίος δύσκολα θα χειραγωγηθεί. Η κοινωνική καταδίκη του χρεοκοπημένου κομματικού συστήματος αφορά εκτός τη κυβερνώσα νεοδημοκρατική παράταξη σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό άπαντες τους σχηματισμούς της αντιπολίτευσης. Έβλαψε εκτός από τα δύο κόμματα εξουσίας (ΝΔ –ΠΑΣΟΚ) και τους άλλους μικρότερους κομματικούς κατηγόρους του δικομματισμού και ευκαιριοθηρικούς παραλήπτες της κοινωνικής δυσαρέσκειας.

Ανυπόληπτο κομματικό σύστημα.

Αξιοσημείωτο γεγονός είναι πως το πραγματικό ποσοστό του δικομματισμού δεν είναι το εμφανιζόμενο 69% που διαμορφώνεται πάνω στον παρονομαστή του συνόλου των ψηφισάντων αλλά το πολύ μικρότερο 35,36% που προκύπτει με βάση το σύνολο του εκλογικού σώματος (9.995.992 εγγεγραμμένοι) μια πραγματικότητα που δεν μπορεί να αγνοηθεί όσο και να ληφθεί υπόψη το «ακαθάριστο» των εκλογικών καταλόγων ή η περιορισμένη προσέλευση των εγγεγραμμένων Ελλήνων του εξωτερικού.

Σημαντικότατο στοιχείο του εκλογικού αποτελέσματος είναι η καταβαράθρωση της ΝΔ και η κατάργηση της «σταθεράς Καραμανλή» ότι δηλαδή είναι ο «προτιμότερος πρωθυπουργός» και εγγυοδότης νίκης. Η οδυνηρή ήττα της νεοδημοκρατικής παράταξης αποτυπώνεται στο γεγονός πως έχασε 977.938 εκλογείς της και 10,72 εκατοστιαίες μονάδες από το 43,01%, με το οποίο είχε πανηγυρικά καταγραφεί το 2004. Το γεγονός αυτό είναι κυρίως γέννημα της φυγόκεντρης κίνησης προηγούμενων ψηφοφόρων της λόγω της έντονης απογοήτευσης από τη γενικότερη κυβερνητική πολιτική και ηθική αποδιοργάνωση και κατάπτωση. Από την άλλη το ΠΑΣΟΚ τυπικά «νίκησε» την ΝΔ μεν με διαφορά 4,35%, αλλά η αληθινή του δύναμη ουσιαστικά μειώθηκε αφού απώλεσε 204.468 ψήφους ως προς τις ευρωεκλογές του 2004 και 848.420 ως προς τις εθνικές εκλογές του 2007. Τα εκλογικά αποτελέσματα λοιπόν ουδόλως δικαίωσαν το ΠΑΣΟΚ αφού είναι ορατή η ανικανότητα του να προσφέρει κάποια στοιχειωδώς αξιόπιστη εναλλακτική προοπτική. Οι ίδιοι οι εκλογικoί δείκτες στην πραγματική τους διάσταση δείχνουν ότι το ΠΑΣΟΚ αποτελεί φορέα και μέρος του πολιτικού προβλήματος και όχι φορέα ή μέρος της λύσης του, ότι τελικά είναι σε τροχιά γήρανσης άσχετα αν τώρα επικρατεί της Ν.Δ. και άσχετα αν ακόμη κατορθώσει στην επόμενη περίοδο μια περιορισμένη κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.

Το δεύτερο λοιπόν βαθύτερο μήνυμα των εκλογών δεν είναι κάποια συντριπτική μεταβολή της συσχέτισης των δυνάμεων υπέρ ενός δήθεν «νικηφόρου ΠΑΣΟΚ» όπου ο λαός άμεσα και ένθερμα θα το έσπρωχνε να αναλάβει την κυβερνητική εντολή αλλά βασικά έχουμε την ανάδειξη και παγίωση μιας τεράστιας λαϊκής πλειοψηφίας που αρνείται πλέον στην ΝΔ την διεύθυνση της πορείας της χώρας. Ένα σημαντικό κομμάτι της προσβλέπει σε επόμενο «διαχειριστή» εξουσιοδοτώντας το ΠΑΣΟΚ ως μια παραχώρηση η εξ ανάγκης παρόλο που το αξιολογεί ως εκπρόσωπο φερεγγυότητας μηδενικής. Είναι σαφές πως η εκλογική συντριβή της ΝΔ υπονόμευσε σοβαρά την ιδεολογικοπολιτική και κομματική συνοχή της και η καραμανλική κυβέρνηση δεν διαθέτει πια τον απαραίτητο χρόνο ώστε να προσπαθήσει την ενεργητική επανενσωμάτωση των υποστηριχτών της και την ανάκτηση του απολεσθέντος κοινωνικοπολιτικού και εκλογικού εδάφους. Ένα δε σημαντικό ποσοστό της διαρροής της πέρασε μέσα στις δεξαμενές του ΛΑΟΣ που σημείωσε ευδιάκριτη εκλογική επιτυχία εκτρέφοντας παραπέρα τις φιλοδοξίες του για ένα καίριο διεμβολισμό της νεοδημοκρατικής «πολυκατοικίας» με σκοπό την ανασύσταση της δεξιάς παράταξης. Ο ΛΑΟΣ είναι ο πιο αδιαμφισβήτητος φορέας οπορτουνισμού (η «επιλογή Τζαβέλα» δεν είναι η μόνη απόδειξη) που, δημοκοπώντας κερδοσκοπικά πάνω στην εθνική κρίση και την κρίσης ασφάλειας που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία, επιδιώκει με την υποστήριξη παραγόντων της ολιγαρχίας την υψηλή εκλογική, κομματική και κυβερνητική κεφαλαιοποίηση σε μια συγκυρία σχετικά ευνοϊκή για πολιτικο-κομματικές ανακατατάξεις. Μπροστά σε τούτη την εξέλιξη ο Καραμανλής αν και αντιμετωπίζει ισχυρά διλήμματα (παραμονής ή μη, χρόνου εκλογών κλπ) το πιθανότερο είναι η «φυγή του προς τα μπρος» (εκλογές την Άνοιξη με βάση τις προεδρικές) προσπαθώντας να εξισορροπήσει τη λαϊκή δυσμένεια λόγω επώδυνης οικονομικής πολιτικής με κάποιας μορφής παράλληλη ευμένεια επαναχαράζοντας κάποια περιορισμένη παρεμβατική πολιτική στους κρίσιμους τομείς του λαθρομεταναστευτικού, της εγκληματικότητας και της ανασφάλειας, ευελπιστώντας πως τούτο ίσως να του επιτέψει να αμυνθεί αποτελεσματικότερα απέναντι στην επιβουλή του ΛΑΟΣ. Παρόλα αυτά όποτε και να προσφύγει στις εκλογές ο ΝΔ είναι πολύ δύσκολο να αποφύγει μια ήττα στρατηγικής κλίμακας πράγμα που θα έχει καταλυτικές επιπτώσεις τόσο στην διατήρηση της ως παράταξης ενιαίας αλλά και γενικότερα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα.


Ηττημένη Αριστερά.

Σχετικά με την αριστερά και τις διάφορες αυτοκεντρικές συνιστώσες της τα αποτελέσματα ήταν αρνητικότατα. Οι εκλογές σαφώς δεν τούς πρόσφεραν την επιζητούμενη «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» για να ξεπλυθεί και να επικυρωθεί η κραυγαλέα τους ιδεολογικοπολιτική τυφλότητα, όμως είναι αμφίβολο αν κάποια από αυτές «πήρε το μήνυμα». Ειδικά το ΚΚΕ βέβαια επαναβεβαίωσε επαρκώς την ηγεμονία του, κατατροπώνοντας τον ανεκδιήγητο φορέα του κοσμοπολίτικου ρεφορμισμού τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος κατέρρευσε σαν πύργος της άμμου. ‘Όμως για το ΚΚΕ το 8,35% του 2009 υπολείπεται καταθλιπτικά του 9,48% του 2004 και αυτό μεταφράζεται σε διαφυγή από τις γραμμές του 152.113 εκλογέων του! Όταν λοιπόν σε μια εποχή καινοφανούς δομικής οικονομικής κρίσης και όξυνσης όλων των εθνικών και κοινωνικών προβλημάτων το κόμμα αυτό όχι μόνο δεν κατορθώνει λόγω δραματικά ανεπαρκούς προσανατολισμού, ιδεολογίας και πολιτικής, να επωφεληθεί από το ξεχαρβάλωμα ενός αχρείου κεφαλαιοκρατικού πολιτικού καθεστώτος αλλά αντίθετα έχουμε λιγόστεμα των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων του τότε καλά θα κάνει ο Περισσός πριν από οτιδήποτε άλλο να πάει σε ένα «αυτοκριτικό ευχέλαιο». Εκλογική ήττα κατέγραψε και η αυτοαποκαλούμενη «επαναστατική Αριστερά» ( ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α, ΜΛ-ΚΚΕ, ΕΚΕ, ΟΑΚΚΕ) συνολικά αδυνατώντας, λόγω πάγιων δομικών και αξιολογικών της εμπλοκών, να αναδείξει μια εναλλακτική ριζοσπαστική-αντισυστημική ελπίδα μέσα στο γενικό και αριστερό βαλτοπέδιο. Ακόμα και οι τωρινοί 43.948 ψήφοι της υπολείπονται σημαντικά από τους 51.635 του 2004. Η απόπειρα ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α ήταν δίχως θεμελιωμένη και αυθεντική οραματική, στρατηγική και τακτική ταυτότητα και χωρίς σπουδαίο πολιτικό δυναμισμό πράγμα που καθιστά αμφίβολη τη διάρκεια του εγχειρήματος.


Αμφισβήτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αποχή κυρίως αλλά και η κριτική ψήφος σε αριστερές αντι-ευρωενωσιακές δυνάμεις μεταξύ των άλλων εξέφραζαν την άρνηση μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού να υποστηρίξει παθητικά τον θεσμικό ολοκληρωτισμό και τη στρατηγική πολιτική της ευρολιγαρχίας και που εντός αυτών των πλαισίων λειτουργεί η εξαπάτηση του ευρωκοινοβουλίου το οποίο αποτελεί ένα ψευδεπίγραφο παραπλανητικό προκάλυμμα των πολυεθνικών εταιριών και της ευρω-υπερτάξης. Από καιρό τώρα καθώς το προηγούμενο επιδοτούμενο, παρασιτικό, καταναλωτικό, και απατηλό όνειρο του «ευρωπαϊκού παράδεισου» άρχισε να γίνεται εφιάλτης και η χρεοκοπημένη, αντιπαραγωγική και άνιση ταξικά και γεωγραφικά ελληνική πραγματικότητα άρχισε να αποκαλύπτεται χωρίς τα πασοκονεοδημοκρατικά εξωραϊστικά φτιασίδια, μεγάλο τμήμα των λαϊκών στρωμάτων πέρναγε σε μια απορριπτική επαναξιολόγηση της Ε.Ε. μια αλλαγή που όπως επισημάνθηκε σε στατιστική έρευνα, «Για πρώτη φορά το κέντρο βάρους των τοποθετήσεων αρχίζει να στρέφεται εναντίον της Ε.Ε., με το 58% περίπου της κοινής γνώμης να έχει συστηματικά και συνεκτικά αρνητική γνώμη για τις ασκούμενες σημερινές πολιτικές και μόλις το 42% θετική» (Χριστόφορος Βερναρδάκης, Κυριακ.Ελευθεροτυπία 17-5-2009).

Κατά πόσο η κλιμακούμενη λαϊκή απόρριψη των πολιτικών της Ε.Ε. θα παγιωθεί σε συνολική απόρριψη της ίδιας της Ε.Ε. επικεντρωμένη στο αίτημα εξόδου από αυτήν θα καθοριστεί κατά μεγάλο μέρος και από την εξέλιξη του γενικού προβλήματος της ιδεολογικοπολιτικής και οργανωτικής συγκρότησης της κοινωνικής αμφισβήτησης. Ας μην αγνοείται εδώ ότι θεμελιώδες γνώρισμα των καθεστωτικών «προοδευτικών» κομμάτων είναι η αφοσιωμένη στράτευση τους στην υποστήριξη των νεοφιλελεύθερων υπερεθνικών θεσμών και αντιλαϊκών πολιτικών της Ε.Ε. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για το ΠΑΣΟΚ που έχει από δεκαετίες απεκδυθεί το ιδρυτικό του σύνθημα «η Ελλάδα στους Έλληνες» χρεώνοντας το στην …ακροδεξιά !!! ή που δημαγωγικά επιστράτευσε προεκλογικά την περίφημη ρήση του Φρίντριχ Ένγκελς «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» προσποιούμενο πως δεν το αφορά ως κύριου φορέα και εκφραστή η άλλη βαρβαρότητα του σοσιαλφιλελευθερισμού. Ανάλογα ισχύουν και για την ρεφορμιστική κοσμοπολίτικη αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ) και τον αστικό σχηματισμό των οικολόγων-πράσινων, που και οι δυο μαζί σε αγαστή σύμπνοια υποστηρίζουν «κριτικά» την στρατηγική αναγκαιότητα της Ε.Ε. και τις θεμελιωδέστερες δομές και διαδικασίες της προτείνοντας την αιθεροβασία ενός αδύνατου εσωτερικού μεταρρυθμισμού. Σε τούτο το «κλίμα» εμπλέκεται με τη πάροδο του χρόνου και η άλλη η «διεθνιστική» αριστερά (ΚΚΕ, ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α κλπ) μα και οι «αντιεξουσιαστικοί» σχηματισμοί που σαφώς αισθάνονται και δηλώνουν αντι-ευρωενωσιακοί χωρίς όμως να τοποθετούν εδώ και τώρα, έμπρακτα και κατά προτεραιότητα στην κορυφή του «αντικαπιταλιστικού αγώνα» το ζήτημα της άμεσης εξόδου από την Ε.Ε. ενώ εκδηλώνουν σε όλους τους τόνους τις αλλεργικές τους αντιδράσεις απέναντι σε κάθε αναγκαιότητα εθνικής-λαϊκής αναδίπλωσης και αυτονομίας.

_

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Ευρωεκλογές 2009.Η Μεγάλη Απάτη της Ολιγαρχικής Δειμοκρατίας (Αναδιάταξη)

Στη Μεσόγειο θάλασσα
όπου γεννήθηκε η κουλτούρα-μας
έγιναν ελεύθερες εκλογές
ανάμεσα στη Σκύλλα
και τη Χάρυβδη.

Ψιθυριζόταν βέβαια πως οι δυο-τους
είχαν συμμαχήσει κρυφά μεταξύ-τους
αλλ΄ωστόσο οι περισσότεροι
ψήφισαν τη μια
ή την άλλη.

Περιέργως
κανένας-τους δεν έμεινε
ζωντανός
εκτός απ΄ τον Οδυσσέα.
Αυτός δεν αναγνώρισε τις εκλογές.

(Erich Fried-Κλασσική Ελευθερία Αποφάσεων)

_

Δείτε:

->“Ευρω-εκλογές: η γιορτή της «δημοκρατίας» των ελίτ.”

->“Στους βάλτους των ευρωεκλογών.”

->“Το πολιτικό σκηνικό καταρρέει.”

->“… στα λιβάδια της άρχουσας τάξης”-
“Η οικολογία του θεάματος και το θέαμα της οικολογίας.”
.
.
1-6-2009