Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2007

Μεταρρυθμιστική Συνθήκη. Ευρωσύνταγμα με νέο όνομα ( I )


Μέρος 1 ο

Ευρωσύνταγμα και απορριπτικά δημοψηφίσματα.

Η «Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη» πριν δυο χρόνια συνάντησε τη καθολική αντίσταση των λαών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και ενώ τότε με αρχή τους Γάλλους και Ολλανδούς την απέρριψαν πανηγυρικά, η Ευρολιγαρχία ανασυντάχθηκε και με κεντρικό διαχειριστή τον «γαλλο-γερμανο-αγγλικό άξονα» την επανέφερε από το «παράθυρο» φορώντας της νέο «ρούχο» αυτό της «Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης». Αυτή απεκδυόμενη κάποια πολιτικά σύμβολα, όπως «Σημαία» και «Εθνικός Ύμνος», καθώς και κάθε αναφορά σε λέξεις «Σύνταγμα», «υπουργός Εξωτερικών της Ένωσης» κλπ λόγω των προκαλουμένων αρνητικών συνειρμών, διατήρησε ανέπαφα τόσο τη βασική εννοιολογική δομή όσο και το κύριο περιεχόμενο του απορριφθέντος προηγούμενου συνταγματικού κειμένου, προσδίνοντας του τώρα, με την Άτυπη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (18-19/10/2007), την τελική νομική του μορφή.

Το 2005 ο απονομιμοποιητικός λόγος των ευρωπαϊκών λαών με το ηχηρό και ξεκάθαρο «όχι» στο γαλλικό και ολλανδικό δημοψήφισμα μεταξύ των άλλων αποτύπωνε τη ριζοσπαστική κινητοποίηση των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων, των ανέργων, των υποαπασχολουμένων και των χαμηλόμισθων εργαζομένων που έπεφταν θύματα της νεοφιλελεύθερης οικουμενίκευσης την οποία εξυπηρετεί συστημικά και συστηματικά η ίδια η ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η θεσμική της διαμόρφωση, η πλανητική και εσωτερική πολιτική της. Πολιτική που στο εσωτερικό είναι αυτή της μαζικής ανεργίας , των επιδεινούμενων όρων εργασίας, της ληστρικής αρπαγής των λαϊκών εισοδημάτων (και μέσον της νομισματικής ενοποίησης-Ευρώ), της μεθοδευμένης κρίσης και αποδόμησης των τομέων του συνταξιοδοτικού, της παιδείας και της υγείας και γενικά των αποκαλούμενων «κοινωνικών υπηρεσιών». Για τούτο και στις τοπικές γεωγραφικές περιοχές ευμάρειας της Γαλλίας και της Ολλανδίας το «Ναι» είχε τη συντριπτική πλειοψηφία ενώ το ακριβώς αντίθετο γινόταν για το «Όχι» στις περιοχές που διαβιούν τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Στη διαδικασία αυτή η μεταρρυθμιστική και σοσιαλδημοκρατική αριστερά τροφοδότησε και τα δυο πολιτικά στρατόπεδα (κάτι γνώριμο εξάλλου από τη περίοδο των νατοϊκών βομβαρδισμών της Σερβίας). Το ένα της τμήμα με άξονα τη πλειοψηφία των σοσιαλιστών και τμήμα των οικολόγων-πράσινων (Κον Μπεντιτ) αλλά και ορισμένους πρώην της «επαναστατικής αριστεράς» (Τόνι Νέγκρι) ήταν υποστηρικτές του «Ναι», ενώ το άλλο της τμήμα (ATTAC, Ε.Κ.Φ. κ.α.) χωρίς να αντιστρατεύεται την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά μόνο τη νεοφιλελελεύθερη εκδοχή της ενίσχυσε το πολιτικό μέτωπο της απόρριψης. Αυτή η «επιμαχία» δυνάμεων του «Όχι» ήταν σπονδυλωμένη από τις σοσιαλδημοκρατικές και τις ριζοσπαστικές αντικαπιταλιστικές πτέρυγες της αριστεράς όμως χρειάστηκε και η συνδρομή της δημαγωγικής, λαϊκιστικής-εθνικιστικής δεξιάς ώστε ο απορριπτικός συσχετισμός να καταστεί πλειοψηφικός.

Μεταμορφισμός σε «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη»

Το «νέο πακέτο» της «Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης» συνιστά κατά 9/10 μια πλήρη επένδυση και ένα νομικό ολοκλήρωμα που ενσωματώνει όλους σχεδόν τους τομείς του ευρωσυνταγματικού σχεδίου που αφορούν την επαναρύθμιση της θεσμικής λειτουργίας της Ε.Ε. Το μέγιστο μέρος των άρθρων της νέας «συνθήκης» είναι ακόμα και σε φραστικό επίπεδο ταυτόσημα με τα αντίστοιχα άρθρα του «Ευρωσυντάγματος» ή έχουν γίνει ελάχιστες προσθέσεις και μεταβολές σε θέματα όπως: κριτήρια εισόδου νέων μελών, εθνικά κοινοβούλια, εγγύς εξωτερικό της Ένωσης ( π.χ. Τουρκία), τρόπος επικύρωσης και έναρξη λειτουργίας κ.α.

Για την Ευρωπαϊκή Ολιγαρχία απαιτήθηκε μια περίοδος αναδίπλωσης και προετοιμασίας του τρόπου καμουφλαρισμένης επαναδιατύπωσης του «ακυρωμένου» «ευρωσυντάγματος» ώστε να διασωθούν στη «νέα συνθήκη» όλες οι βασικές και καθοριστικές αρχές του, ως αντανάκλαση της ζωτικής αναγκαιότητας της για ισχυρότερη και κατοχυρωμένη επέμβαση στις εσωτερικές διαδικασίες των κρατών-μελών της Ε.Ε. , καθώς και για επαυξημένη ευελιξία στο τρόπο λήψης των αποφάσεων στους κυρίαρχους τομείς της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας και όχι μόνο.

Και έτσι ύστερα από μια ολόκληρη πενταετία συγκρούσεων και διαπραγματεύσεων , με φάσεις που ενίοτε χαρακτηρίζονταν από θεσμική κρίση και απειλούσαν με αποδιάρθρωση το ευρωπαϊκό «οικοδόμημα, προχθές το ξημέρωμα της Παρασκευής 19 Οκτώβρη η Διακυβερνητική Διάσκεψη 27 αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, αποφάσισε στη Λισσαβόνα της Πορτογαλίας την αποδοχή του σχεδίου κειμένου για τη «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη της Ε.Ε.» μέσα σε ένα «δούναι λαβείν» όπου εκτός της άφωνης Ελλάδας σχεδόν όλοι οι άλλοι κάτι πήραν. Μια «Συνθήκη», αντιδραστικότερη και από αυτήν ακόμα την προηγούμενη «Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη» όχι μόνο σε επίπεδο περιεχομένου αλλά και σε επίπεδο διαδικασιών. Διότι όχι μόνο αγνοήθηκε (ως μη τελεσίδικη) η καταψηφιστική ετυμηγορία των λαών με τα προηγούμενα δημοψηφίσματα για το «Ευρωσύνταγμα» και επανήλθε στη συνέχεια κάτω από καινούργια προσχηματική ονομασία αλλά επίσης διότι προκρίθηκε η ολοκληρωτική και προστακτική διαδικασία (που αποτυπώνει το βαθμό εκφασισμού των ευρωπαϊκών θεσμών) να εξασφαλισθεί η απαραίτητη συναινετική ομοφωνία με συνοπτικές διαδικασίες μέσον των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. και των κοινοβουλίων των κρατών-μελών καθώς η επιζητούμενη «λαϊκή συγκατάθεση» είναι ανύπαρκτη. Η συμφωνία λοιπόν θα υπογραφεί στη Σύνοδο Κορυφής της Λισσαβόνας στις 13 Δεκεμβρίου και κατόπιν τους επόμενους μήνες με την κοινοβουλευτική επικύρωση του συνόλου των κρατών - μελών πρόκειται να μπει σε υλοποίηση το 2009.

Ευθυγράμμιση της Ελληνικής Ολιγαρχίας

Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ είναι ανοιχτά θασιώτες της «Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης» όπως και πριν του «Ευρωσυντάγματος» και λειτουργούν ως εγχώριοι προπαγανδιστές του ταξικού ψυχολογικού πολέμου της Ευρολιγαρχίας ότι χωρίς την νέα συνθήκη η ευρωπαϊκή ενότητα και προοπτική βρίσκεται σε διακινδύνευση. Στα πλαίσια αυτά, όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής (19-10-2007), η Ελλάδα θα είναι από τις πρώτες χώρες που θα την επικυρώσουν.

Στη διαπραγματευτική διαδικασία και στο συνεχές αλισβερίσι η Ελλάδα ουδέποτε διεκδίκησε κάτι και ούτε στήριξε διεκδίκηση άλλου κράτους-μέλους καθώς αποφάσισε να μην γίνει «ενοχλητική» επέλεξε και εδώ, όπως πράττει και σε άλλους τομείς της εθνικής εξωτερικής πολιτικής, την αφασική στρατηγική της αλαλίας. Έτσι η Ελλάδα τέθηκε στη πρωτοπορία των σιωπηρών «ευρωπροθύμων» καθώς είναι από τις πρώτες χώρες που επικύρωσαν το «σύνταγμα» της Ε.Ε. πριν και που από τις πρώτες πάλι συγκατατίθεται στη νέα «Συνθήκη» δίχως κανένα αντάλλαγμα. Αυτό δεν είναι περίεργο αφού όλες οι μερίδες της τοπικής μεταπρατικής οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής Ολιγαρχίας σε αγαστή αλληλενέργεια έκαναν το παν ώστε να εμποδιστεί να αποτυπωθεί η λαϊκή βούληση σε όλες τις κρίσιμες αποφάσεις και καμπές που αφορούν το μέλλον του τόπου (ένταξη στην ΕΟΚ, Συνθήκες Μάαστριχ και Άμστερνταμ, ένταξη στην ΟΝΕ, «Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη», «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη» τώρα). Αυτό κάτω από μια πραγματικότητα όπου οι αρνητικές συνέπειες για τον Ελληνικό λαό της ένταξής στην ΕΟΚ / Ε.Ε. / ΟΝΕ ήταν σημαντικότατες, εφόσον έχουμε την πλήρη αποσύνθεση της οικονομικής δομής της χώρας, την καταστροφική εγκατάσταση του παρασιτικού καταναλωτισμού από τη μια πλευρά (μέσον των εξωτερικών μεταβιβάσεων χρηματοδοτικών πόρων και του δανεισμού) και την αναπαραγωγή της φτώχειας από την άλλη (με στοιχεία της Γ.Γ. ΕΣΥΕ το 21% των Ελλήνων ζει κάτω από το επίσημο όριο φτώχειας), την βαθμιαία εξαφάνιση της ελληνικής εργασιακής χειρονακτικής δύναμης και την επιβολή του εσωτερικού μεταναστευτικού εποικισμού, τον υπερδιπλασιασμό της ανεργίας, την δραματική εκτίναξη του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο και του εξωτερικού χρέους, την μακροπρόθεσμη εμπλοκή και καθήλωση της τοπικής παραγωγικής-τεχνικής βάσης. Έτσι αποκαλύπτεται πως για την, εξουσιαζομένη από μια εξωνημένη εγχώρια Ολιγαρχία, ημιπεριφερειακή και καταχρεωμένη στους δυτικούς δανειστές, Ελλάδα δεν υφίσταται δυνατότητα αυτοδύναμης εθνικής εξωτερικής πολιτικής αλλά αυτή χαράζεται σε γενικές γραμμές από τους μηχανισμούς του υπερεθνικού κεφαλαίου τόσο στο επίπεδο του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου όσο και στο επίπεδο του ευρωατλαντικού κέντρου της νεοταξικής στρατηγικής.

Περιεχόμενο Συνθήκης

Σε γενικό επίπεδο αναφοράς με την «Μεταρρυθμιστική συνθήκη» ορίζονται ορισμένες καθοριστικές μεταβολές:

1-Εγκαθιδρύεται και προσδίνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια νέα διακριτή ούλτρα-κρατική «νομική προσωπικότητα».

2- Ακυρώνεται η διάκριση ανάμεσα στην «υπερεθνική» ευρωπαϊκή δικαιϊκή σφαίρα (στον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει την αποκλειστική δικαιοδοσία για νομοθετικές πρωτοβουλίες και εκτελεστικές δράσεις) και στις ειδικότερες σφαίρες της εξωτερικής πολιτικής, των εσωτερικών θεμάτων και της δικαιοσύνης όπου ως τώρα τα κράτη-μέλη είχαν νομική κυριαρχία. Τώρα όλοι οι τομείς πολιτικής υπάγονται εντός της υπερεθνικής νομοθετικής ισχύος της Ε.Ε.

3) Οι «πολίτες» των κρατών-μελών γίνονται εξαναγκαστικά «πολίτες» του νέου μεγα-κράτους της Ένωσης υποχρεωμένοι σε νομική συμμόρφωση και ευπείθεια. Στη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη αν και δεν υπάρχει συγκεκριμένο άρθρο για την πρωτοκαθεδρία των νόμων της Ε.Ε. έναντι αυτών των κρατών-μελών (όπως στο Ευρωσύνταγμα) όμως αυτό συνεχίζει να ισχύει αφού όπως τον περασμένο Ιούνιο ανέφερε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο: «Η Σύνοδος υπενθυμίζει ότι σε συμφωνία με το νόμο για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, οι Συνθήκες και οι νόμοι οι οποίοι υιοθετούνται από την Ένωση πάνω στη βάση των Συνθηκών, έχουν προτεραιότητα έναντι των νόμων των εθνικών κρατών»

4- Η «Συνθήκη» κατοχυρώνει στην Ε.Ε. μια τελεσίδικη, διαρκής νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική στοχοπροσήλωση. Ασφαλίζει την ελευθερία των επιχειρήσεων και «τον ελεύθερο ανταγωνισμό». Με βάση αυτό θα ενθαρρύνεται στο έπακρο η εκποίηση στο ιδιωτικό και υπερεθνικό κεφάλαιο βασικών κρατικών τομέων και υπηρεσιών όπως οι δημόσιες υποδομές, μεταφορές, ταχυδρομεία, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κλπ ενώ μια τυχόν επιδίωξη κρατικής ή κοινωνικοποιημένης σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής μέσα στα πλαίσια του ευρωπαϊκού δικαιϊκού συστήματος θεωρείται αντισυνταγματική.

Σε ειδικότερο επίπεδο αλλαγών παρατηρούνται τα εξής:

1-Θεσμοθετούνται δυο θέσεις κεντρικής σημασίας. Θεσπίζεται θέση «προέδρου» της Ε.Ε. με θητεία 2,5 χρόνων (ανανέωση μια φορά) και καταρτείται η κυκλική εξάμηνη προεδρία από κάθε κράτος-μέλος. Ο πρόεδρος προετοιμάζει τις συνόδους κορυφής και είναι ο εκπρόσωπος της Ένωσης στις μεγάλες διεθνείς συσκέψεις και συνεπαφές. Η άλλη θέση είναι αυτή του «ύπατου εκπρόσωπου για την Εξωτερική Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας» που θα ΄ναι , επίσης και «αντιπρόεδρος» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής . Δηλαδή θα ΄ναι ο υπουργός Εξωτερικών της Ένωσης, αλλά (λόγω διαφωνίας της Αγγλίας) δεν αποκαλείται έτσι. Θα προεδρεύει των Συμβουλίων Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων και θα είναι εκπρόσωπος της Ένωσης στις διεθνείς συναντήσεις που γίνονται στο επίπεδο υπουργών Εξωτερικών. Η εξωτερική πολιτική των 27 θα υπάγεται εντονότερα στις κατευθυντήριες πολιτικές της ΕΕ. Τυχόν διαφωνίες κυβερνήσεων και εθνικών κοινοβουλίων ελάχιστα θα λαμβάνονται υπόψη, αφού ο «υπουργός εξωτερικών» της Ε.Ε. θα κινείται βάση της γενικής γραμμής και των δεσμευτικών αποφάσεων του Συμβουλίου με σκοπό την προώθηση της ιμπεριαλιστικής ευρωατλαντικής νεοταξικής στρατηγικής.

2-Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της ισχύος εμφανίζεται ως μεταβίβαση μεγαλύτερης δύναμης στην ΕΕ. καθώς αφαιρούνται εξουσίες από τα κράτη- μέλη και τα κοινοβούλια αλλά και ως μεταφορά δύναμης από τα πληθυσμιακά ασθενέστερα στα ισχυρότερα κράτη αφού το μέγεθος του πληθυσμού καθορίζει στο εξής την αντιπροσώπευση.

3- Αίρεται η αρχή της ομοφωνίας και αφαιρείται η δυνατότητα μιας χώρας να αποτρέψει αποφάσεις καθοριστικά αρνητικές γι αυτήν με βέτο. Το βέτο καταργείται σε περισσότερα από 60 πεδία πολιτικής και δίνει τη θέση του σε πλειοψηφικές διαδικασίες. (ομοφωνία, διατηρείται σε θέματα εξωτερικής πολιτικής). Μέχρι το 2014 θα εξακολουθήσει να ισχύει το παρόν σύστημα ψηφοφοριών και μετά θα απαιτείται το 55% των κρατών-μελών και το 65% του πληθυσμού των κρατών-μελών για να ληφθεί απόφαση. (Οι Πολωνοί κέρδισαν την συμπερίληψη στη συνθήκη του λεγόμενου «συμβιβασμού των Ιωαννίνων» του 1994, που προβλέπει δικαίωμα μιας μικρής ομάδας χωρών να αναστέλλει «για εύλογο χρόνο» την υλοποίηση απόφασης που πάρθηκε από την Ε.Ε.)

4-Τερματίζεται η μόνιμη εκπροσώπηση ενός κράτους – μέλους στην ΕΕ. Από το 2014, μειώνεται ο αριθμός των επιτρόπων στα 2/3 του αριθμού των κρατών-μελών. Η μείωση θα ισχύει εκ περιτροπής για όλες τις χώρες.

5-Θεσμοθετείται και περνάει στις αρμοδιότητες της Κοινότητας και ο αποκαλούμενος τρίτος πυλώνας αυτός της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων που μέχρι τώρα είχε χαραχτήρα διακυβερνητικής και «εθνικής» δικαιοδοσίας. Μέχρι τώρα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν είχε δυνατότητα καταδίκης κράτους-μέλους αν αρνιόταν να εφαρμόσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης. Με τη «Συνθήκη» θα μπορεί να το κάνει 5 χρόνια μετά τη οριστική της επικύρωσή.

6-Η νέα συνθήκη παρέχει με τρόπο προκλητικό την άδεια να εκχωρούνται τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών από την Ευρώπη στις ΗΠΑ, στα πλαίσια του «πολέμου κατά της τρομοκρτίας». Τούτο έρχεται σαν συνέχεια των συνθηκών Σένγκεν και Προυμ, του προγράμματος της Χάγης, του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης κλπ όπου πια οι μηχανισμοί καταστολής διαθέτουν πλήρεις βάσεις δεδομένων με προσωπικά στοιχεία που διαβιβάζονται εντός της Ε.Ε. και προς τρίτους (ΗΠΑ). Αυτή τη ρύθμιση αποφάσισαν σχεδόν στα «κρυφά» οι υπουργοί Εξωτερικών και την πέρασαν από την επικυρωτική διαδικασία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αυτό, με τη σειρά του, την ενέκρινε με ψευδο-τροποποιήσεις που αφήνουν ακάλυπτη την ανάγκη διασφάλισης του απόρρητου. Το γεγονός αυτό αποδείχνει πόση σε τελική ανάλυση σημασία έχει το χρόνιο ρεφορμιστικό αίτημα για θεσμική αναβάθμιση της Ευρωβουλής. (Πάντως με τη «Συνθήκη» τυπικά αυξάνονται κάποιες αρμοδιότητες του Ευρωκοινοβουλίου λόγω επέκτασης της λήψης αποφάσεων με συναπόφαση και σε άλλους τομείς)

7-Η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη ορίζει πως η ευθύνη στη θέσπιση κανόνων για την νομισματική πολιτική (ευρωζώνη), την κοινή εμπορική πολιτική και την τελωνιακή ένωση ανήκει αποκλειστικά στην Ε.Ε. Ορίζει επίσης τις από κοινού αρμοδιότητες μεταξύ της Ε.Ε. και χωρών-μελών στους τομείς της εσωτερικής αγοράς, της κοινής αγροτικής πολιτικής, των μεταφορών, των διευρωπαϊκών δικτύων, του περιβάλλοντος, της ασφάλειας κλπ

8-Στη «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη»,ενσωματώνεται το αντεργατικό και αντικοινωνικό πνεύμα της «στρατηγικής της Λισσαβόνας» και καταγράφονται οι πολιτικές της Ε.Ε. για τη στοχευμένη και πλήρη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, την προώθηση της λεγόμενης flexicurity (=ευελιξίας και ασφάλειας), ενώ αναφέρεται και στην οδηγία Μπολκεστάιν που, με αυτήν και με το πρόσχημα ότι εξυπηρετείται η παροχή υπηρεσιών και η απασχόληση, υπονομεύονται οι συλλογικές συμβάσεις.

Με τη «Μεταρρυθμιστική Συνθήκη» αρχίζει επίσης ένας εσωτερικός αγώνας δρόμου για την ανάδειξη στις κύριες θέσεις των «εκλεκτών» της ευρωατλαντικής πολιτικής. Σύμφωνα με αποκαλύψεις που είδαν το φως της δημοσιότητας («Ελευθεροτυπία»-Κύρα Αδάμ 20-10-2007)) η Αγγλία φαίνεται πως προωθεί με αξιώσεις για τη θέση του προέδρου του Συμβουλίου τον πρώην Πολωνό πρόεδρο Κβασνιέφσκι ή τον Βέλγο πρωθυπουργό Γκι Φέρχοφτσαφ. Η πρώτη επιλογή φέρνει στην πρώτη γραμμή ένα εκπρόσωπο του φιλοατλαντικού, ανατολικοευρωπαϊκού «μπλοκ των προθύμων». Επίσης ως υπουργός «Εξωτερικών» της Ε.Ε προετοιμάζεται ο Σουηδός υπουργός Εξωτερικών Καρλ Μπλιτ που είχε αναμειχθεί στη Γιουγκοσλάβικη σύγκρουση ως απεσταλμένος της Ε.Ε. ενώ πριν λίγο καιρό διοργάνωσε στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ «ειδική διάσκεψη για το Κυπριακό», χωρίς τη συμμετοχή της Ελλάδας και της Κύπρου (απέναντι στην οποία στέκεται με αντιπαλότητα)

Ο φόβος των δημοψηφισμάτων

Η Ευρολιγαρχία επιδιώκει με τρόπο συστηματικό να εμποδίσει την ενημέρωση των λαών για το πραγματικό περιεχόμενο και τον χαρακτήρα της «Συνθήκης» και να αποφύγει οπωσδήποτε τις δημοψηφισματικες διαδικασίες. Και φαίνεται πως δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα να επιτύχει το σκοπό της αφού με εξαίρεση την Ιρλανδία, που υποχρεώνεται συνταγματικά, ουδεμία άλλη χώρα φαίνεται να προχωρά σε δημοψήφισμα.
Την ίδια στιγμή η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών στις πέντε μεγαλύτερες χώρες της Ε.Ε. ((Γερμανία, Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία) ζητά τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος ως τρόπου αποδοχής ή απόρριψης της «Μεταρρυθμιστικής Σύνθήκης» Έτσι για παράδειγμα πρόσφατη δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Harris για τους Financial Times (σε δείγμα 5.604 ατόμων) αποκαλύπτει πως το 76% των Γερμανών, το 75% των Βρετανών, το 72% των Ιταλών, το 65% των Ισπανών και το 63% των Γάλλων θέλουν δημοψήφισμα.

(Στο επόμενο, Μέρος 2 ο)

Δεν υπάρχουν σχόλια: